MENU

Ο "πόλεμος" άρχισε στον 36ο παράλληλο! Εμπλοκή της Ελλάδας - του Κυριάκου Βελόπουλου

Η γεωγραφική θέση ενός κράτους στον παγκόσμιο χάρτη έχει τεράστια σημασία για την ισχύ του, πολι­τική, οικονομική και στρατιωτική. Τα γεωγραφικά χαρακτηριστικά μπορεί να μετατραπούν
σε συγκριτι­κό πλεονέκτημα και να αποτελέσουν πηγή ευκαιριών, αλλά μπορεί παράλληλα να γίνουν αιτία πολλών δει­νών για τα ίδια τα κράτη και τους λαούς τους. Κρά­τη που έχουν πρόσβαση στη θάλασσα και μπορούν να ελέγξουν τις θαλάσσιες οδούς και το παγκόσμιο εμπόριο, κράτη των οποίων το υπέδαφος έχει ενεργει­ακές πηγές, τεράστιες ποσότητες ορυκτού πλούτου και πρώτων υλών, μπορεί να γίνουν στόχος άλλων χωρών, κυρίως μεγάλων δυνάμεων, που επιδιώκουν είτε να τις θέσουν άμεσα ή έμμεσα υπό τον πολιτικό έλεγχό τους ή ακόμα και να τις καταλάβουν. O 36ος γεωγραφικός παράλληλος αρχίζει από το Γιβραλτάρ και περνά από όλο τον νότιο ευρασιατικό άξονα φθάνοντας μέχρι το Χονγκ Κονγκ. Στον παράλ­ληλο αυτό βρίσκονται μεταξύ άλλων όλες οι χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, το Κουρδιστάν, το Ιράν – Ιράκ, το Αφγανιστάν, το Πακιστάν, η Ινδία, η Κίνα, η Ιαπωνία, η Βόρεια και Νότια Κορέα καθώς και η Ρω­σία, οι οποίες βρίσκονται στη ζώνη αγγλοσαξονικών γεωστρατηγικών συμφερόντων. Πολλές όμως από αυ­τές τις χώρες ταράσσονται από διενέξεις και πολεμικές συγκρούσεις για την ανακατανομή των εδαφών.
Η κατά κοινή παραδοχή στρατηγική και γεωπολιτι­κή αξία της Μεσογείου, ήταν η αιτία που στο παρελθόν μετατράπηκε σε πεδίο σύγκρουσης ισχυρών δυνάμεων. Σήμερα η σημασία της περιοχής αυτής και ειδικότε­ρα της Ανατολικής Μεσογείου έχει πολλαπλασιαστεί εξαιτίας των τεράστιων αποθεμάτων ενεργειακών πό­ρων που διαθέτει, ενώ παγκόσμιες και περιφερειακές δυνάμεις διαγκωνίζονται για να δημιουργήσουν σφαί­ρες επιρροής στην περιοχή.
Τη σπουδαιότητα της περιοχής για τα συμφέρο­ντα των ΗΠΑ, κατέδειξε ο τότε υπουργός Εξωτερι­κών, Henry Kissinger σε σχετική έκθεσή του το 1974. Ο Kissinger «ξεκαθάριζε» ότι έπρεπε να τεθούν υπό τον έλεγχο των ΗΠΑ ο ορυκτός πλούτος του Τρίτου Κόσμου. Το στόχο του Κissinger «διεύρυνε» αρκετά χρόνια αργότερα, το 1998, ο αντιπρόεδρος μιας από τις μεγαλύτερες πετρελαιοπαραγωγικές εταιρείες των ΗΠΑ, στο πλαίσιο μιας συνεδρίασης του Κονγκρέσο, ο οποίος έκανε λόγο ακόμη και για στρατιωτική επέμβα­ση της Ουάσινγκτον στο Αφγανιστάν «αν προέκυπτε ανάγκη». Και ως «ανάγκη» ανέφερε παραδειγματικά την περίπτωση παρεμπόδισης της Κίνας στην εισροή κεφαλαίων στην Αμερική. Η όλη επιχειρηματολογία του αντιπροέδρου της εταιρείας στηριζόταν στο γεγο­νός ότι όταν μία χώρα ελέγχει μονοπωλιακά τους φυ­σικούς πόρους, υπερισχύει έναντι των άλλων χωρών και επιβάλλει την πολιτική της.

Ο Αμερικανός επιχει­ρηματίας δεν είπε κάτι καινούργιο, απλά επιβεβαίωσε ότι ο έλεγχος των πόρων, οικονομικών, στρατιωτικών, τεχνολογικών, πληροφοριακών, είναι από τα βασικά συστατικά της ισχύος ενός κράτους.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και μετά την ομο­φωνία μεταξύ των συμμάχων της Βορειοτλαντικής Συμμαχίας ότι η σταθερότητα και η ασφάλεια στην Ευ­ρώπη ήταν συνδεδεμένη στενά με τη σταθερότητα και την ασφάλεια στη Μεσόγειο, ξεκίνησε ένας «απευθείας διάλογος» με τα μεσογειακά κράτη που δεν ήταν μέλη του ΝΑΤΟ. Η διαδικασία αυτή είναι γνωστή ως «Με­σογειακός Διάλογος» και στα κράτη που αποδέχθηκαν τη σχετική πρόσκληση του ΝΑΤΟ, συμπεριλαμβάνο­νται η Αίγυπτος, το Ισραήλ, το Μαρόκο, η Τυνησία, το Ισραήλ, η Ιορδανία, η Αλγερία και η Μαυριτανία.
Η «Μεσογειακή Ένωση» που προέκυψε αργότε­ρα, περιελάμβανε όλα τα κράτη της ΕΕ και όλες τις χώρες της Μεσογείου ή εκείνες που συμμετείχαν στην Ευρωμεσογειακή Συνεργασία. Η βασική ιδέα για τη λειτουργία της Ένωσης ήταν ότι θα μπορούσε να λει­τουργεί ως σύνδεσμος ανάμεσα στην Ευρώπη, στη Βό­ρεια Αφρική και στη Μέση Ανατολή. Αρχική πρόταση ήταν να γίνουν μέλη μόνο τα κράτη – μέλη της ΕΕ, τα οποία συνορεύουν με τη Μεσόγειο, δηλαδή, η Ελλάδα, η Ιταλία, η Γαλλία, η Ισπανία, η Κύπρος, η Μάλτα και η Σλοβενία. Η δυσαρέσκεια όμως των υπολοίπων χωρών μελών της ΕΕ, όπως της Γερμανίας, είχε ως αποτέλεσμα τελικά να συμπεριληφθούν όλες οι χώρες της Ένωσης και τη μετονομασία της σε «Ένωση για τη Μεσόγειο». 
Στους κόλπους όμως της Ένωσης – όπως ήταν αναμενόμενο άλλωστε- δημιουργήθηκαν ορισμένοι άξονες ή τρίγωνα στρατηγικής και συνεργασίας. Ένα από αυτά τα τρίγωνα, και ίσως από τα πιο σημαντικά, απο­τελεί το τρίγωνο Γερμανίας, Ρωσίας, Τουρκίας. Ένα δεύτερο μικρότερο, το τρίγωνο Ελλάδας – Τουρκίας – Ισραήλ με συνδετικό κρίκο την Κύπρο. Το δεύτερο αυτό τρίγωνο αποδεικνύει τις αγγλοσαξονικές διαθέ­σεις στην ευρύτερη περιοχή, την οποία περιλαμβάνει το τρίγωνο, όπως μία παρέμβαση στη Συρία ή στο Ιράν μέσω της Ελλάδας, αλλά και μία θαλάσσια δίοδο προς το Ισραήλ μέσω της Κύπρου.
Ανάμεσα σ’ αυτά τα τρίγωνα βρίσκεται και ο Λίβα­νος, σημαντικός παράγοντας θρησκευτικής ισορροπίας στη Μέση Ανατολή, όπου διαμένουν περισσότεροι από 15 εκατομμύρια Ορθόδοξοι. Εκτός αυτού μπορεί με την υποστήριξη των λαών της Μέσης Ανατολής να στηρί­ζει τις ενεργειακές πολιτικές της Μεσογείου.
Τον Ιούνιο του 1995 το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας των ΗΠΑ, στο πλαίσιο της περιγραφής των στόχων της αμερικανικής στρατηγικής για την Ευρώπη και το ΝΑΤΟ, αναφέρεται αναλυτικά στο ρόλο και τη στρα­τηγική αξία της Τουρκίας και της Ελλάδας. Μεταξύ άλλων αναφέρεται ότι η Τουρκία βρίσκεται στο σταυ­ροδρόμι σχεδόν κάθε σημαντικού ζητήματος που απα­σχολεί τις ΗΠΑ στην Ευρασία, όπως είναι η μεταφορά του φυσικού αερίου. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, στην έκθεση γίνεται μνεία στη στρατηγική θέση που κατέχει στη Μεσόγειο, την οποία φαίνεται ωστόσο να θεωρεί υποδέεστερη της Τουρκίας.
Ουσιαστικά οι ΗΠΑ επιχειρούν να ακυρώσουν την παραδοσιακά ναυτική ισχύ της Ελλάδας και να συνδέ­σουν περισσότερο το ρόλο της σε σχέση με τα Βαλκά­νια. Στόχος των προσπαθειών τους είναι να καταστή­σουν την Τουρκία έναν ισχυρό παράγοντα της περιο­χής, γι’ αυτό και επιχειρούν να την παρουσιάζουν ως τη νέα ναυτική δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο. Η ιστορία βέβαια έχει αποδείξει ότι η Τουρκία δεν μπο­ρεί να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στη θάλασσα.