Αλυσιδωτές συνέπειες στην εγχώρια αγορά προκαλεί το κλείσιμο της ρωσικής αγοράς για σειρά αγροτικών προϊόντων, που περιλαμβάνουν πέρα από τους..
χιλιάδες τόνους αδιάθετων οπωροκηπευτικών και φρούτων και το ενδεχόμενο κραχ στις τιμές παραγωγών, αλλά και τεράστια πλήγματα στους κλάδους μεταποίησης, εμπορίας, μεταφορών.
χιλιάδες τόνους αδιάθετων οπωροκηπευτικών και φρούτων και το ενδεχόμενο κραχ στις τιμές παραγωγών, αλλά και τεράστια πλήγματα στους κλάδους μεταποίησης, εμπορίας, μεταφορών.
Αρχής γενομένης από τον πρωτογενή τομέα, ήδη σε απόγνωση βρίσκονται περίπου 25.000 παραγωγοί ροδάκινων, νεκταρινιών, ακτινιδίων και σταφυλιών που αναζητούν τρόπο να διαθέσουν τα προϊόντα τους και να διασώσουν το εισόδημά τους.
Οι εκτιμήσεις θέλουν τα οπωροκηπευτικά και φρούτα να καταγράφουν απώλεια 200 εκατ. ευρώ από τη ρωσική εξέλιξη, καθώς χιλιάδες τόνοι θα μείνουν αδιάθετοι εξαιτίας της υπερπροσφοράς στην Ευρώπη, αλλά και της υποτονικής πορείας της εγχώριας κατανάλωσης.
Επί της ουσίας η εξέλιξη στη Μόσχα αφήνει στον αέρα 600.000 τόνους οπωροκηπευτικών, γιατί ο αποκλεισμός από τη Ρωσία των περίπου 140-150 χιλ. τόνων που εξάγει εκεί η χώρα ετησίως, σε συνδυασμό με την υπερπροσφορά από τις άλλες ευρωπαϊκές αγορές, αλλάζει άρδην τις εμπορικές ισορροπίες εντός και εκτός συνόρων.
Το πάγωμα στην υλοποίηση των συμβολαίων για εξαγωγές προς τη Ρωσία σηματοδοτεί τον αποκλεισμό της εν λόγω αγοράς για τα ελληνικά προϊόντα για τουλάχιστον μια πενταετία, εκτιμούν παράγοντες της αγοράς.
Το πάγωμα στην υλοποίηση των συμβολαίων για εξαγωγές προς τη Ρωσία σηματοδοτεί τον αποκλεισμό της εν λόγω αγοράς για τα ελληνικά προϊόντα για τουλάχιστον μια πενταετία, εκτιμούν παράγοντες της αγοράς.
«Χρειάστηκε περίπου μια δεκαετία ώστε τα ελληνικά ροδάκινα να αποκτήσουν τα μερίδια που κατέχουν στη ρωσική αγορά.
Πλέον η αντικατάστασή τους από άλλες χώρες δύσκολα ανακτάται» τονίζουν στη «Ν» παράγοντες της αγοράς, συμπληρώνοντας ότι «η επαναδιείσδυση στη Ρωσία θα χρειαστεί τουλάχιστον 4 – 5 χρόνια για τα ελληνικά προϊόντα, αλλά και πάλι το στοίχημα θα είναι πολύ δύσκολο να κερδηθεί».
Πλέον η αντικατάστασή τους από άλλες χώρες δύσκολα ανακτάται» τονίζουν στη «Ν» παράγοντες της αγοράς, συμπληρώνοντας ότι «η επαναδιείσδυση στη Ρωσία θα χρειαστεί τουλάχιστον 4 – 5 χρόνια για τα ελληνικά προϊόντα, αλλά και πάλι το στοίχημα θα είναι πολύ δύσκολο να κερδηθεί».
Παράλληλα, μεγάλο «θύμα» στον εμπορικό πόλεμο που βρίσκεται σε εξέλιξη μεταξύ Ε.Ε. και Ρωσίας είναι η βιομηχανίας της μεταποίησης-τυποποίησης καθώς τινάζονται στον αέρα τα επιχειρηματικά πλάνα πολλών επιχειρήσεων, ενώ διακόπτονται και οποιεσδήποτε επενδυτικές κινήσεις αφορούσαν την ενίσχυση των δραστηριοτήτων τους.
«Το αδιάθετο tonnage δεν αφήνει περιθώρια για σχεδιασμούς ανάπτυξης» αναφέρουν χαρακτηριστικά στελέχη της αγοράς.
Την ίδια ώρα ο κλάδος των μεταφορών βρίσκεται εκτεθειμένος, αφού μεσούσης της σεζόν φορτηγά γεμάτα ευπαθή προϊόντα έχουν σηκώσει χειρόφρενο καθώς έχασαν τον προορισμό τους.
Ακόμα και οι εργάτες συλλογής και συσκευασίας βρίσκονται αντιμέτωποι με τον κίνδυνο να διακόψουν την εργασία τους στο βαθμό που οι παραγωγοί αποφασίσουν να μην προχωρήσουν στη συγκομιδή των καλλιεργειών τους ή ακόμα και να μην προχωρήσουν σε νέες φυτεύσεις.
«Μπορεί οι φράουλες να ολοκλήρωσαν φέτος τις εξαγωγές τους προς Ρωσία, ωστόσο οι παραγωγοί εάν δεν έχουν εχέγγυα ότι την επόμενη περίοδο θα μπορούν να διαθέσουν κάπου το προϊόν τους, δεν μπορούν να προχωρήσουν σε νέα καλλιέργεια», σημειώνουν παράγοντες της αγοράς.
Μάλιστα, όπως τονίζει ο πρόεδρος της Ενωσης Κονσερβοποιών Ελλάδος, Κώστας Αποστόλου, «κανείς δεν μπορεί να καθησυχάζει, καθώς στη Ρωσία βρίσκονται αντιπροσωπείες τρίτων χωρών, όπως από την Αργεντινή, τη Χιλή και την Τουρκία, για να διαπραγματευτούν τα μερίδια που χάνει η Ε.Ε.
Οταν για παράδειγμα κλείνεται μία νέα συμφωνία για νωπά ροδάκινα, γιατί να μην προστεθεί σε αυτή και μία παραγγελία για χυμούς ή κομπόστες; Ουσιαστικά, αυτή η κατάσταση ανοίγει νέους εμπορικούς δρόμους σε τρίτες χώρες και πιέζει τους Ευρωπαίους, εν προκειμένω τους Ελληνες εξαγωγείς», λέει ο ίδιος.
Σε αυτό το πλαίσιο και υπό το φόβο ότι η Μόσχα προσανατολίζεται να διευρύνει τη «λίστα» της ή να διατηρήσει τις «γενικεύσεις» όσον αφορά τους κωδικούς των αγαθών στα οποία ισχύει το εμπάργκο για ένα έτος, στο βαθμό που οι Βρυξέλλες αποφασίσουν να σκληρύνουν τη στάση τους προχωρώντας σε επιβολή και νέων κυρώσεων, όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς στην αλυσίδα ζητούν να ενεργοποιηθούν μηχανισμοί ώστε να αποφευχθεί η καταστροφή.
Την ίδια ώρα, δύο ταχύτητες θα αναπτύξουν οι τιμές στα αγροτικά προϊόντα που περιλαμβάνονται στη λίστα της Μόσχας, καθώς αναμένεται εκτόξευση στη Ρωσία -τουλάχιστον μέχρι να ενεργοποιηθούν τα νέα συμβόλαια από Τουρκία, Λατινική Αμερική και Κίνα-, ενώ σε επίπεδο Ε.Ε. η υπερπροσφορά θα οδηγήσει σε ραγδαία υποχώρηση των τιμολογήσεων ή και στη μη διάθεση προϊόντων.
Σε επίπεδο Ρωσίας η στροφή σε οπωροκηπευτικά και φρούτα από νέες προμηθεύτριες αγορές θα απαιτήσει την ανάπτυξη νέων αλυσίδων διακίνησης και αποθήκευσης και αν συνυπολογιστούν ο πληθωρισμός και η πτώση στο ρούβλι, οι τιμές δύναται να αυξηθούν έως και 50%.
Για παράδειγμα, αν τώρα η τιμή στα μήλα κυμαίνεται μεταξύ 1-3 ευρώ το κιλό, το Δεκέμβριο θα αγγίζει 1,50-4,5 ευρώ το κιλό.
Στον αντίποδα, οι ευρωπαϊκές αγορές βρίσκονται αντιμέτωπες με «κραχ» στις τιμές των αγροτικών προϊόντων, καθώς όλες οι αγορές θα «πλημμυρίσουν» με οπωροκηπευτικά και φρούτα.
Και στην Ελλάδα το καθοδικό ράλι στις τιμές παραγωγού θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ, εξέλιξη που οδηγεί πολλούς παραγωγούς στην απόφαση να μη διαθέσουν καθόλου τα προϊόντα τους στην αγορά.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στην περίπτωση των ροδάκινων, πριν από το εμπάργκο οι τιμές παραγωγού κυμαίνονταν σε 0,20-0,25 ευρώ/κιλό -ήδη μειωμένες εξαιτίας της φετινής υπερπαραγωγής στην Ευρώπη-, ενώ εφεξής οι όποιες διαπραγματεύσεις φέρεται να έχουν αφετηρία το 0,10 ευρώ/κιλό.
«Το αδιάθετο tonnage δεν αφήνει περιθώρια για σχεδιασμούς ανάπτυξης» αναφέρουν χαρακτηριστικά στελέχη της αγοράς.
Την ίδια ώρα ο κλάδος των μεταφορών βρίσκεται εκτεθειμένος, αφού μεσούσης της σεζόν φορτηγά γεμάτα ευπαθή προϊόντα έχουν σηκώσει χειρόφρενο καθώς έχασαν τον προορισμό τους.
Ακόμα και οι εργάτες συλλογής και συσκευασίας βρίσκονται αντιμέτωποι με τον κίνδυνο να διακόψουν την εργασία τους στο βαθμό που οι παραγωγοί αποφασίσουν να μην προχωρήσουν στη συγκομιδή των καλλιεργειών τους ή ακόμα και να μην προχωρήσουν σε νέες φυτεύσεις.
«Μπορεί οι φράουλες να ολοκλήρωσαν φέτος τις εξαγωγές τους προς Ρωσία, ωστόσο οι παραγωγοί εάν δεν έχουν εχέγγυα ότι την επόμενη περίοδο θα μπορούν να διαθέσουν κάπου το προϊόν τους, δεν μπορούν να προχωρήσουν σε νέα καλλιέργεια», σημειώνουν παράγοντες της αγοράς.
Μάλιστα, όπως τονίζει ο πρόεδρος της Ενωσης Κονσερβοποιών Ελλάδος, Κώστας Αποστόλου, «κανείς δεν μπορεί να καθησυχάζει, καθώς στη Ρωσία βρίσκονται αντιπροσωπείες τρίτων χωρών, όπως από την Αργεντινή, τη Χιλή και την Τουρκία, για να διαπραγματευτούν τα μερίδια που χάνει η Ε.Ε.
Οταν για παράδειγμα κλείνεται μία νέα συμφωνία για νωπά ροδάκινα, γιατί να μην προστεθεί σε αυτή και μία παραγγελία για χυμούς ή κομπόστες; Ουσιαστικά, αυτή η κατάσταση ανοίγει νέους εμπορικούς δρόμους σε τρίτες χώρες και πιέζει τους Ευρωπαίους, εν προκειμένω τους Ελληνες εξαγωγείς», λέει ο ίδιος.
Σε αυτό το πλαίσιο και υπό το φόβο ότι η Μόσχα προσανατολίζεται να διευρύνει τη «λίστα» της ή να διατηρήσει τις «γενικεύσεις» όσον αφορά τους κωδικούς των αγαθών στα οποία ισχύει το εμπάργκο για ένα έτος, στο βαθμό που οι Βρυξέλλες αποφασίσουν να σκληρύνουν τη στάση τους προχωρώντας σε επιβολή και νέων κυρώσεων, όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς στην αλυσίδα ζητούν να ενεργοποιηθούν μηχανισμοί ώστε να αποφευχθεί η καταστροφή.
Την ίδια ώρα, δύο ταχύτητες θα αναπτύξουν οι τιμές στα αγροτικά προϊόντα που περιλαμβάνονται στη λίστα της Μόσχας, καθώς αναμένεται εκτόξευση στη Ρωσία -τουλάχιστον μέχρι να ενεργοποιηθούν τα νέα συμβόλαια από Τουρκία, Λατινική Αμερική και Κίνα-, ενώ σε επίπεδο Ε.Ε. η υπερπροσφορά θα οδηγήσει σε ραγδαία υποχώρηση των τιμολογήσεων ή και στη μη διάθεση προϊόντων.
Σε επίπεδο Ρωσίας η στροφή σε οπωροκηπευτικά και φρούτα από νέες προμηθεύτριες αγορές θα απαιτήσει την ανάπτυξη νέων αλυσίδων διακίνησης και αποθήκευσης και αν συνυπολογιστούν ο πληθωρισμός και η πτώση στο ρούβλι, οι τιμές δύναται να αυξηθούν έως και 50%.
Για παράδειγμα, αν τώρα η τιμή στα μήλα κυμαίνεται μεταξύ 1-3 ευρώ το κιλό, το Δεκέμβριο θα αγγίζει 1,50-4,5 ευρώ το κιλό.
Στον αντίποδα, οι ευρωπαϊκές αγορές βρίσκονται αντιμέτωπες με «κραχ» στις τιμές των αγροτικών προϊόντων, καθώς όλες οι αγορές θα «πλημμυρίσουν» με οπωροκηπευτικά και φρούτα.
Και στην Ελλάδα το καθοδικό ράλι στις τιμές παραγωγού θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ, εξέλιξη που οδηγεί πολλούς παραγωγούς στην απόφαση να μη διαθέσουν καθόλου τα προϊόντα τους στην αγορά.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στην περίπτωση των ροδάκινων, πριν από το εμπάργκο οι τιμές παραγωγού κυμαίνονταν σε 0,20-0,25 ευρώ/κιλό -ήδη μειωμένες εξαιτίας της φετινής υπερπαραγωγής στην Ευρώπη-, ενώ εφεξής οι όποιες διαπραγματεύσεις φέρεται να έχουν αφετηρία το 0,10 ευρώ/κιλό.
Σώζεται η κομπόστα
Πάντως, κανονικά θα συνεχιστούν οι εξαγωγές ελληνικής κομπόστας προς τη Ρωσία καθώς, σύμφωνα με την Ενωση Κονσερβοποιών Ελλάδος, το συγκεκριμένο προϊόν δεν περιλαμβάνεται στη λίστα του εμπάργκο που έχει επιβάλει η ρωσική κυβέρνηση.
Οπως εξηγεί ο πρόεδρος της ΕΚΕ, Κώστας Αποστόλου, ο κωδικός 0811, που συμπεριλαμβάνεται στη «μαύρη λίστα» των ελληνικών προϊόντων («Καρποί και φρούτα, που έχουν ή όχι υποστεί θερμική επεξεργασία σε βραστό νερό ή ατμό, κατεψυγμένα, με ή χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών»), αντιστοιχεί σε καρπούς και φρούτα νωπά, κατεψυγμένα, αφυδατωμένα και όχι σε κομπόστες και χυμούς, που έχουν κωδικούς 2008 και 2007 αντίστοιχα.
Η χώρα μας εξάγει ετησίως στη Ρωσία περί τις 7.000 τόνους κομπόστας ροδάκινου και 15.000-20.000 τόνους συμπυκνωμένου χυμού ροδάκινου, που αντιστοιχούν συνολικά σε πρώτη ύλη 60.000-70.000 τόνων συμπύρηνων ροδάκινων και είναι αξίας 40 εκατ. ευρώ.
Πάντως, κανονικά θα συνεχιστούν οι εξαγωγές ελληνικής κομπόστας προς τη Ρωσία καθώς, σύμφωνα με την Ενωση Κονσερβοποιών Ελλάδος, το συγκεκριμένο προϊόν δεν περιλαμβάνεται στη λίστα του εμπάργκο που έχει επιβάλει η ρωσική κυβέρνηση.
Οπως εξηγεί ο πρόεδρος της ΕΚΕ, Κώστας Αποστόλου, ο κωδικός 0811, που συμπεριλαμβάνεται στη «μαύρη λίστα» των ελληνικών προϊόντων («Καρποί και φρούτα, που έχουν ή όχι υποστεί θερμική επεξεργασία σε βραστό νερό ή ατμό, κατεψυγμένα, με ή χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών»), αντιστοιχεί σε καρπούς και φρούτα νωπά, κατεψυγμένα, αφυδατωμένα και όχι σε κομπόστες και χυμούς, που έχουν κωδικούς 2008 και 2007 αντίστοιχα.
Η χώρα μας εξάγει ετησίως στη Ρωσία περί τις 7.000 τόνους κομπόστας ροδάκινου και 15.000-20.000 τόνους συμπυκνωμένου χυμού ροδάκινου, που αντιστοιχούν συνολικά σε πρώτη ύλη 60.000-70.000 τόνων συμπύρηνων ροδάκινων και είναι αξίας 40 εκατ. ευρώ.