MENU

Αγ.Παΐσιος 1983: Σχετικά με τη μεγάλη δοκιμασία πού θα έρθει σε λίγα χρόνια…

Είμαστε στο χείλος, όπως στα χρόνια του Νώε… Και θα κρατήσει λίγο.


σχόλιο Γ.Θ : Απίστευτα συγκλονιστικό! Μόνο ο αγαπημένος μας Γέροντας Παΐσιος θα
μπορούσε να πει τέτοια λόγια. Απ” την Αιωνιότητα η αγάπη και οι προσευχές του κρατάνε το Γένος μας.
Ο Λόγος του μας δίνει ελπίδα και μας δείχνει το Φως στην έξοδο του νεοεποχίτικου τούνελ.
Πόσοι και πόσοι δεν του χρωστάνε την μεταστροφή τους στο Φως.
Σε ευχαριστούμε Γέροντα.
Δευτέρα 7 Μαρτίου:1983
Έφτασα στις 9:45. Ό γέροντας έκοβε ξύλα στο δάσος δίπλα στο σπίτι του. «Έλα να κάτσεις έδώ» μού φώναξε μόλις με είδε.
Έκοβε μια μικρή βαλανιδιά πού ό κορμός της είχε διάμετρο είκοσι πέντε περίπου εκατοστά. Χειριζόταν το τσεκούρι με επιδεξιότητα και δύναμη. Δεν θα μπορούσα να πιστέψω ότι έχει τέτοια δύναμη. Τού το είπα προσθέτοντας: «Δόξα τω Θεώ».
«Δεν έχω πολλή αντοχή, μου λείπει σχεδόν ολόκληρος πνεύμονας. Τά χέρια μου όμως είναι δυνατά. Όταν ήμουνα δώδεκα χρόνων, βλέποντας μια εικόνα τού Ιησού ως ξυλουργού, αποφάσισα να μάθω κι εγώ αυτή την τέχνη, κι έτσι έκανα μυς…
»Ήρθα έδώ στο Όρος μετά τον Πόλεμο και έζησα όλες τις μορφές της μοναχικής ζωής. Έμεινα στην έρημο —στην περιοχή με τις σκήτες— σ’ ένα κοινόβιο, υστέρα σ’ ένα κελί κοντά στη Σταυρονικήτα και τώρα είμαι έδώ».
Συνέχισε τη δουλειά του για μισή ώρα ακόμα, ενώ κάθε τόσο μου έλεγε κάτι ή με ρωτούσε για την Ιταλία:
«Ό κόσμος έχει ειρήνη;»
Μου είπε ότι προτιμά να δουλεύει μόνος του παρά να παίρνει εργάτη:
«Μια δύο ώρες σκληρής χειρωνακτικής δουλειάς κάνει καλό στο σώμα. Διαφορετικά, ένας μοναχός δεν μπορεί να κάνει μετάνοιες και να στέκεται όρθιος στην προσευχή. Πρέπει να είμαστε γυμνασμένοι, αλλιώς το σώμα εξασθενεί».
Μπήκαμε στην αυλή. Είχε ήλιο κι έτσι καθίσαμε έξω, στην πίσω αυλή, όπου δεν ακούγεται το καμπανάκι. Ό π. Παΐσιος είναι πάντα ανοιχτός και προσφέρεται ως γνήσιος άνθρωπος
του Θεού, ωστόσο χρησιμοποιεί αυτό το «τέχνασμα». Την προηγούμενη φορά του είπα:
«Πάτερ, βλέποντας την πόρτα κλειδωμένη με το λουκέτο νόμιζα ότι δεν ήσασταν έδώ».
Μου χαμογέλασε με μάτια πού έλαμπαν και μου απάντησε: «’Όχι, είναι μόνο ένα τέχνασμα…»
Και πιάνοντας στα χέρια του το λουκέτο πού έμοιαζε κλειδωμένο, με μια απλή κίνηση το άνοιξε, χαμογελώντας ακόμη.
Κατόπιν, συνέχισε τη συζήτηση της προηγούμενης συνάντησης:
«Ή Αποκάλυψη μιλάει ξεκάθαρα… Μιλάει για τον Αντίχριστο και για τη Βαβυλωνία, πού είναι ή Ρώμη».
Πάτερ, συμφωνώ με όσα λέτε» του απάντησα. «Όμως σχετικά με τη μεγάλη δοκιμασία πού θα έρθει σε λίγα χρόνια, μάλλον δεν καταλαβαίνω. Το Ευαγγέλιο λέει ότι πρέπει να γρηγορούμε, ότι θα έρθει ξαφνικά, μα και ότι κανείς δεν ξέρει πότε… Σ’ εσάς, ωστόσο, θα πρέπει να έχει αποκαλυφθεί κάτι…»
«Δεν λέω ότι θα γίνει σε δύο ή τρία χρόνια ακριβώς, αλλά ότι θα γίνει σίγουρα πολύ σύντομα. Είμαστε στο χείλος, όπως στα χρόνια του Νώε… Και θα κρατήσει λίγο, δεν μπορώ να σου πω πιο πολλά».
«Ευχαριστώ, πάτερ, γιατί μάς βοηθάτε να επαγρυπνούμε περισσότερο». Και συνέχισα: «Σχετικά με τον Πάπα, εσείς πιστεύετε να φτάσει σ’ αυτό το σημείο; Ό γέροντάς μας λέει ότι, πέρα από τά λάθη του, ό Πάπας παραμένει επίσκοπος Ρώμης. Εμείς πιστεύουμε στην ευλογία του».
«Είναι επικεφαλής, βέβαια, είναι επίσκοπος, δεν σάς λέω να εξεγερθείτε εναντίον του. Όμως κανείς δεν μπορεί να κρύψει την αλήθεια… Αν ό πατέρας μου είναι μέθυσος ή μοιχός, εγώ δεν μπορώ να το αποδεχτώ αυτό αδιαμαρτύρητα.
Πρέπει να ψάξω τούς πνευματικούς τρόπους για να τον βοηθήσω και να τον καταλάβω. Αλλά πάντα με αγάπη: όπως και όποτε ό Θεός θελήσει… Δεν είναι δυνατόν να αποσιωπηθεί το γεγονός ότι στη Ρώμη υπάρχει πολλή μασονία και σιωνισμός, ότι υπάρχει μεγάλη διαφθορά και κοσμικό πνεύμα… Κοίταξε, θα το πίστευες αν σου έλεγα ότι ό πατριάρχης Αθηναγόρας ήτανε μασόνος;
Ούτε κι εγώ το πίστευα, μέχρι πού μου έδειξαν έγγραφα, τά οποία πιστοποιούσαν τούς βαθμούς του στη μασονία και τις αποδείξεις των συντάξεων πού έπαιρνε ως μασόνος. Δεν πρέπει να ξεσηκώνουμε επαναστάσεις, αλλά να υπηρετούμε την αλήθεια και να μην ενδίδουμε στο φρόνημα τού κόσμου τούτου… Ή ναΰς της Εκκλησίας δεν είναι ιδιοκτησία κανενός, ούτε τού πάπα ούτε τού πατριάρχη ούτε κανενός επισκόπου.
Κανείς δεν μπορεί να φιμώσει το Πνεύμα μέσα στην Εκκλησία ώστε αυτό να μη φωτίζει τούς πιστούς. Θα πρέπει να υποφέρουμε πολύ. Αλλά ή δοκιμασία θα είναι σύντομη και μετά δεν θα υπάρχει πια ούτε αθεΐα ούτε απιστία. Κι αυτό είναι μεγάλη παρηγοριά… Καλά λέει ό γέροντάς σας: Πρέπει να υπακούτε στο Πνεύμα και να επιστρέψετε στην ευλάβεια, στην προσκύνηση των λειψάνων, στον αγιασμό… Να γίνεστε συνεχώς καλύτεροι καθολικοί.
Την ένωση την κάνουν άνθρωποι ενωμένοι με τον Θεό. Στην Εκκλησία —και την Ορθόδοξη— και στο μοναχισμό ακόμα, έχει εισχωρήσει βαθιά το κοσμικό πνεύμα. Όμως ή λογική δεν συμφωνεί με το Πνεύμα και το μυστήριο. Και στο Άγιο Όρος ανοίγουν καινούριους δρόμους• τώρα ασφαλτοστρώνουν τη διαδρομή Δάφνη-Καρυές. Ακόμα κι έδώ γύρω έχει πολύ θόρυβο από ηλεκτρικά πριόνια. Λένε πως εκμεταλλεύονται το δάσος για να κάνουν φιλανθρωπίες. Επιπλέον, υπάρχουν μοναχοί πού κάνουν ιεραποστολή ή αποκτούν αξιώματα. Μα τότε, γιατί έγινες μοναχός; Θα μπορούσες να γίνεις ερέας ή να παντρευτείς!
’Ή, πάλι, άλλοι μοναχοί γίνονται καθηγητές στα σχολεία, παίρνοντας και τη θέση κάποιου που την έχει ανάγκη. Ή δουλειά του μονάχου είναι να ιδρώνει, να καταπονεί το σώμα του, να παλεύει στο κελί του.
Ή προσευχή είναι το πιο δυνατό όπλο απ’ όλα. ’Αν βοηθάω ή ελευθερώνω έναν φυλακισμένο, δεν κάνω και πολλά πράγματα. Ή προσευχή τον σώζει όχι μόνο γι αυτήν τη ζωή, αλλά και για την αιώνια. Δεν είναι δουλειά του μοναχού να επισκέπτεται τούς αρρώστους, αλλά να προσεύχεται για την ψυχή τους.
Στην Εκκλησία υπάρχουν και εκείνοι πού φροντίζουν τούς αρρώστους και εκείνοι πού τούς συμπαραστέκονται. Ό μοναχός όμως είναι διαφορετικό πράγμα. Μα ποιος είναι περισσότερο φυλακισμένος απ’ τούς νεκρούς πού βρίσκονται στον Αδη και δεν μπορούν πια να κάνουν τίποτα για να μετανοήσουν; Εμείς όμως μπορούμε να τούς σώσουμε. Πρέπει να προσευχόμαστε και να κάνουμε μετάνοιες για τούς νεκρούς! Το ίδιο και για τούς ζωντανούς. Μόνο ή προσευχή μπορεί να αναγκάσει τον Θεό να έπέμβει με το ζόρι σε μερικές καταστάσεις. Ό Θεός σέβεται την Ελευθερία τού ανθρώπου.
Διαφορετικά ό διάβολος θα τού έλεγε: “Έ, γιατί λειτουργείς μ’ αυτό τον τρόπο;” Αντίθετα, όταν ένας χριστιανός προσεύχεται, αναγκάζει τον Θεό να έπέμβει με τη βία, ακόμα και ενάντια στην Ελευθερία αυτού τού ταλαίπωρου πού ζει μέσα στην αμαρτία! Μα γιατί; Γιατί εμείς οι μοναχοί να ψάχνουμε τρόπους πού δεν έχουν τά αποτελέσματα και τη δύναμη της προσευχής και της μυστικής ζωής;
«Ακόμα κι εμείς έδώ στο ’Όρος δεχόμαστε την επίδραση της Δύσης. Είναι ωραίο πράγμα να πάει κάποιος για ιεραποστολή, αλλά όταν δεν έχει κοσμικούς λογισμούς, όταν έχει εγκαταλείψει το εγώ του στα χέρια τού Θεού… Όταν τον στέλνει ο Θεός, τότε είναι διαφορετικά, γιατί Αυτός ξέρει τί κάνει…
»’Εγώ χωρίζω την προσευχή μου σε τρία μέρη. Ένα για τούς νεκρούς» —είναι γνωστό ότι ο π. Παΐσιος προσεύχεται πολύ για τούς κεκοιμημένους—. «ένα για τούς ζωντανούς και ένα για τον εαυτό μου…
» Κοίτα, αν ένας μοναχός προσεύχεται αποκλειστικά και μόνο για τη σωτηρία της ψυχής του, με την πεποίθηση ότι είναι ό μεγαλύτερος αμαρτωλός και γι’ αυτό ανάξιος να προσευχηθεί για τούς άλλους, τότε ακόμα και ένα “Κύριε ελέησον” πού θα πει μέσα στην ταπείνωσή του για τον κόσμο, μπορεί να ισώσει ολόκληρη την ανθρωπότητα».
Κατόπιν με ρώτησε για τά εργόχειρα πού κάνουμε στο μοναστήρι.
«Πέρα από τις οικοδομικές εργασίες, πού αυτό τον καιρό μάς απασχολούν πολύ, καταγινόμαστε και με την ξυλουργική…»
«Αυτό είναι πολύ ωραίο. Θυμίζει τη ζωή των Πατέρων της Θηβαΐδος. Το μοναχό τον βοηθάει μια εργασία πού δεν του θυμίζει τον κόσμο, αλλά τη ζωή των Πατέρων, το Ευαγγέλιο… Έτσι, όσο πιο φτωχό είναι το κελί του, τόσο πιο πολλή βοήθεια έχει. Είναι καλύτερο, για παράδειγμα, να χρησιμοποιούμε κορμούς δέντρων αντί για καθίσματα και τραπέζια πού θυμίζουν κοσμικά σαλόνια…»
Τον ρώτησα, τέλος, αν μπορούσε να με συμβουλέψει σχετικά με την παραμονή μου στο Κουτλουμούσι ή στη Σταυρονικήτα.
«Το Πνεύμα θα σε φωτίσει» αποκρίθηκε. Και πρόσθεσε: «Κάνε ότι σου λέει ο γέροντάς σου. Εγώ νομίζω ότι για να αποκτήσεις μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα του Αγίου Όρους, είναι καλύτερο να πας στη Σταυρονικήτα».
Με πληροφόρησε, μάλιστα, ότι ή μονή Σταυρονικήτα απέχει μία ώρα κι ένα τέταρτο περίπου από το κελί του.
Τον ρώτησα αν θα μπορούσα να κόψω ένα λουλούδι από τον κήπο του για να το στείλω στον γέροντα μου. Στο τέλος της συνομιλίας μας, μου πρόσφερε το κομποσκοίνι πού μόλις είχε πλέξει:
«Αυτό είναι για τον γέροντά σου…»
«Ξέρετε, τον ρώτησα αν είναι ευλογημένο, όταν έρθει, να σάς επισκεφτούμε μαζί. Αν θέλει ό Θεός, θα έρθουμε».
«’Ά, θα είναι μια ευλογία για μένα…» αποκρίθηκε.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΟΔΟΙΠΟΡΙΑ ΣΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ. ΛΟΡΕΝΤΖΟ ΝΤΙΛΕΤΤΟ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΣΤΙΑ