ΤΟΥ ΑΡ. ΒΙΚΕΤΟΥ Όλα τα αφιερώματα για το προδοτικό πραξικόπημα του 1974 στα μέσα ενημέρωσης επικεντρώθηκαν βασικά στον τότε πρόεδρο, Αρχιεπίσκοπο Μακάριο Γ’. Παραβλέπω ότι τα περισσότερα, με ελάχιστες διαφοροποιήσεις , είναι κάθε χρόνο μια από τα ίδια.
Όπως είναι γνωστό, στις 15 Ιουλίου του 1974, όταν εκδηλώθηκε το πραξικόπημα, ο Μακάριος πρόλαβε και σώθηκε καταφεύγοντας σε μονή του Κύκκου και από εκεί έφθασε στην Πάφο, απ΄ όπου και απηύθυνε το «ιστορικό», όπως έχει χαρακτηριστεί, μήνυμα.
Αυτό το μήνυμα με την φωνή του Μακαρίου, όπως μεταδόθηκε από τον Ελεύθερο Ραδιοσταθμό της Πάφου, το ακούσαμε αρκετές φορές και προχθές.
«Ελληνικέ Κυπριακέ λαέ! Γνώριμη είναι η φωνή που ακούεις.
Γνωρίζεις ποίος σου ομιλεί. Είμαι ο Μακάριος. Είμαι εκείνος τον οποίον συ εξέλεξες διά να είναι ηγέτης σου.
Δεν είμαι νεκρός, όπως η χούντα των Αθηνών και οι εδώ εκπρόσωποί της θα ήθελαν».
Όμως ο πολιτικός ηγέτης, τον οποίο εξέλεξε ο λαός, επέλεξε εκείνες τις δύσκολες ώρες και, ενώ ήταν βέβαιο ότι θα ακολουθούσε η τουρκική εισβολή, να φύγει από την Κύπρο και να αφήσει μόνο τον λαό του.
Η αναχώρηση-διαφυγή του από την Κύπρο έγινε από τις βρετανικές βάσεις. Άραγε αυτό ήταν τυχαίο; Επίσης, σημειώνω ότι ο Μακάριος για τα 13 σημεία, που υπέβαλε (30.11.1963), προς τροποποίηση του Συντάγματος του 1960, επικαλείτο την ενθάρρυνση του τότε Άγγλου ύπατου αρμοστή στην Κύπρο, σερ Άρθουρ Κλαρκ. Φαίνεται ότι η γνώμη του μετρούσε για τον Μακάριο περισσότερο από αυτή της Ελλάδος.
Χωρίς να δικαιολογείται η Τουρκία για την στάση της στα όσα ακολούθησαν, υπάρχει, νομίζω, ένα ζήτημα μεγάλης ευθύνης του Μακαρίου. Τα γεγονότα στην Κύπρο του 1955, 1963 και 1964 έδωσαν στην Τουρκία πρόσχημα να εξαπολύσει πογκρόμ κατά των Ελλήνων της Πόλης, της Ίμβρου και της Τενέδου.
Αποκορύφωμα ήταν το 1964 με τις μαζικές απελάσεις όσων (γύρω στις 12 χιλιάδες) δεν είχαν τουρκική υπηκοότητα. Από την Πόλη απελάθηκαν περίπου 12 χιλιάδες Έλληνες.
Όμως με αυτούς υποχρεώθηκαν να φύγουν από την Πόλη τριπλάσιοι, παρόλο που δεν ήταν απελάσιμοι, για να μην χωρίσουν οικογένειες.
Επίσης, είναι γεγονός ότι το 1955, παρά τις αφόρητες πιέσεις και τους προπηλακισμούς της Άγκυρας, ο αείμνηστος Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας, αρνήθηκε να αποκηρύξει τον απελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ και να καταδικάσει την στάση του Μακαρίου.
Το ερώτημα είναι κατά πόσον ο Μακάριος διέβλεπε με την πολιτική, που ακολουθούσε, ότι θα συνέβαλε, έστω άθελα, στον ξεκλήρισμα της Ρωμηοσύνης της Πόλης, της Ίμβρου και της Τενέδου; Θα πρέπει οι ιστορικοί και οι ερευνητές να φωτίσουν αυτό το κεφάλαιο της Ιστορίας.
Επανέρχομαι στην αναχώρηση του Μακαρίου το 1974. Ο Μακάριος, εκτός από πρόεδρος της Δημοκρατίας, ήταν και Αρχιεπίσκοπος. Η ιστορία μας δείχνει ότι ο Ποιμένας δεν εγκαταλείπει το ποίμνιο του.
Ο προκάτοχος του Κυπριανός το 1821 θυσιάστηκε στην Κύπρο, ενώ –για να αναφέρω μια μόνο περίπτωση- το 1922 ο Σμύρνης Χρυσόστομος, απέρριψε τις προτάσεις από ξένους προξένους να αναχωρήσει με ασφάλεια από την Σμύρνη, πριν από την είσοδο του κεμαλικού στρατού, γιατί, όπως τους είπε, δεν ήταν ορθό να εγκαταλείψει το ποίμνιο του.
Έτσι, βρήκε μαρτυρικότατο θάνατο. Βέβαια, μπορεί κάποιος να αντιτείνει ότι ήταν διαφορετικές οι εποχές και ότι ο Μακάριος πήγε στο εξωτερικό για να μεταφέρει εκεί τον αγώνα υπέρ της Κύπρου.
Στο Λονδίνο ο Μακάριος συναντήθηκε με τον πρωθυπουργό, Χάρολντ Ουίλσον, στον οποίο είπε να μεταφέρει στον Μπουλέντ Ετζεβίτ: “What practical measures can be taken. It is against Turkish interests for Cyprus to become part of Greece” (Πρακτικά συνομιλίας Μακαρίου-Ουίλσον 17 Ιουλίου 1974 – «Η Τραγική Αναμέτρηση και η Προδοσία της Κύπρου» -Μάριου Αδαμίδη-2011).
Στη συνέχεια μετέβη στις ΗΠΑ προκειμένου στην έδρα του ΟΗΕ να εκθέσει τα γεγονότα. Στις 19 Ιουλίου, από το βήμα του ΟΗΕ , δήλωσε ότι θεωρούσε «τον κίνδυνο από την Τουρκία μικρότερο από εκείνο από την Ελλάδα και ότι ο φόβος του αυτός τώρα δικαιώθηκε».
Σε ομιλία του στα Ηνωμένα Έθνη , μετά την τουρκική εισβολή, έδωσε έμφαση στην αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης και όχι στην τουρκική επέλαση από το ένα μέχρι το άλλο άκρο της Κύπρου.
Δεν ξέρω κατά πόσο ο «Φάκελος» της Κύπρου της κυπριακής και της ελληνικής Βουλής έχει στοιχεία και ποια για τα πιο πάνω. Υποθέτω ότι πρέπει να έχει και ότι πρέπει να γίνουν γνωστά.
Όπως θα πρέπει να υπάρχουν στοιχεία και για τον διχασμό του κυπριακού Ελληνισμού, που προηγήθηκε του 1974, για τον οποίο φέρουν ευθύνη και ο Γρίβας και ο Μακάριος. Το ποιος έχει την μεγαλύτερη ή αν αυτή αναλογεί το ίδιο και στους δύο πρέπει να το κρίνουν με νηφαλιότητα οι πολιτικοί και οι επιστήμονες, κυρίως οι δεύτεροι.
Δυστυχώς, πολλοί εξ ΄αυτών, αντί να υπηρετούν την επιστήμη, καταφεύγουν σε εξιδανικεύσεις είτε του ενός, είτε του άλλου. Όσον αφορά τον Γρίβα δεν θα έπρεπε να ηγηθεί του αγνού αγώνα της ΕΟΚΑ, λόγω της δράσης του στην Ελλάδα κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής.
Αλλά, και ο Μακάριος, τον οποίο σπεύσαμε να υποδεχθούμε στην Αθήνα ως ήρωα και να ακούσουμε την ομιλία του από την Μεγάλη Βρετανία, πριν αναχωρήσει για την Κύπρο- ήταν παραμονές του δημοψηφίσματος της 8ης Δεκεμβρίου 1974 για την βασιλευομένη ή την αβασίλευτη δημοκρατία, έκανε ως μη όφειλε δήλωση υπέρ της βασιλευομένης.
Δικαίωμα του το ότι ήταν βασιλόφρων, όμως ήταν απαράδεκτο να προκαλέσει τα αισθήματα της πλειοψηφίας του Ελληνικού λαού.
Τελικά, ο Ελληνικός λαός αποφάνθηκε με ποσοστό 69,18% υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας, της οποίας πρώτος πρόεδρος εξελέγη ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.
Το ποσοστό υπέρ της βασιλευομένης ήταν 30,82%. Βέβαια, εκτός από τον Μακάριο, οι Ελληνοκύπριοι στην πλειοψηφία τους ήταν πάντα θετικά προσκείμενοι προς τους Έλληνες βασιλείς, που ήταν ξενόφερτοι.
Αυτό είναι περίεργο, γιατί το 1915 χάθηκε η μεγάλη ευκαιρία, αν τηρούνταν τα υπεσχημένα, να αποκτήσει η Ελλάδα την κυριαρχία της Κύπρου. Ήταν η απαρχή του Εθνικού Διχασμού.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος είχε παραιτηθεί, διότι ο τότε γερμανοτραφής βασιλιάς Κωνσταντίνος απέρριψε την πρότασή του για συμμετοχή της χώρας στον πόλεμο στο πλευρό της τριμερούς συμμαχίας Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας, καθώς δεν ήθελε να έρθει σε αντιπαράθεση με τον γερμανο-αυστριακό άξονα.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Τα πιο πάνω δεν γράφονται από «αντιμακαριακή» σκοπιά αλλά με στόχο την σωστή καταγραφή της Ιστορίας. Άλλωστε, ο υπογράφων το σχόλιο, το 1991 είχε χάσει την εργασία του, γιατί σε ρεπορτάζ για την επιστροφή του Νίκου Σαμψών από το Παρίσι στην Κύπρο τον είχε χαρακτηρίσει «οκταήμερο πρόεδρο του προδοτικού πραξικοπήματος».
Η φωτογραφία είναι του Χρήστου Βατυλιώτη από την τελευταία συνέντευξη τύπου (Ιούλιος 1977) του Μακαρίου.
Πηγή: mignatiou