Του Νίκου Μπογιόπουλου. Την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές οι κάλπες στην Πορτογαλία δεν είχαν κλείσει και φυσικά δεν είχε εκδοθεί το τελικό εκλογικό αποτέλεσμα.
Δεδομένου του συσχετισμού των κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων, σε κάθε περίπτωση το αποτέλεσμα των εκλογών (και) στην Πορτογαλία αναμένεται να αξιοποιηθεί με δυο τρόπους:
Πρώτον, για να διακινηθεί ακόμα πιο πλατιά η προπαγάνδα πως «δεν υπάρχει άλλος δρόμος». Για να ακουστεί με μεγαλύτερη ένταση το αξίωμα πως όλα όσα ζούσε στο πλαίσιο της κρίσης του καπιταλισμού και του καπιταλισμού των κρίσεων είναι «αναπόφευκτα». Και για να εμπεδωθεί, τελικά, σαν «μονόδρομος» και σαν «ρεαλισμός» η αποδοχή από τα λαϊκά στρώματα των δεινών που υφίστανται και τα οποία πλασάρονται σαν το «μοιραίο» αποτέλεσμα του τάχα μου τετελεσμένου γεγονότος ότι «δεν αλλάζει τίποτα» καθότι «δεν υπάρχει εναλλακτική»…
Δεύτερον, το εκλογικό αποτέλεσμα στην Πορτογαλία θα αποτελέσει «χαρτί» στα χέρια του ευρωενωσιακού – και ημέτερου ελληνικού – κατεστημένου, που θέλει να παρουσιάζει την Πορτογαλία ως τον «καλό μαθητή» του Μνημονίου. Το απόφθεγμα του εν λόγω παραμυθιού είναι πως η Πορτογαλία εφάρμοσε«επιτυχώς» το Μνημόνιο, ότι λόγω αυτής της «επιτυχίας» τώρα εξήλθε από το Μνημόνιο, ότι πλέον οδεύει προς την «ανάπτυξη» και να, λοιπόν, ο δρόμος που και εμείς ως Ελλάδα πρέπει να ακολουθήσουμε, χωρίς διαμαρτυρίες και άλλα τέτοια αντιπαραγωγικά…
Ας δούμε, επομένως, τι σημαίνει να εφαρμόζεις με «επιτυχία» τα Μνημόνια. Τι σημαίνει «έξοδος» από τα Μνημόνια, όπως την εννοούν οι δυνάμεις που τα επέβαλαν. Και τι τελικά κρύβεται πίσω από τα ανά την Ευρωπαϊκή Ένωση μνημονιακά και μεταμνημονιακά «success story». Η Πορτογαλία, βγήκε από το Μνημόνιο, αλλά:
- Ενώ τα μαγειρεμένα στοιχεία μιλούν για ανεργία 14%, η πραγματική ανεργία στην χώρα, σύμφωνα με την CGTP, την μεγαλύτερη Ένωση εργαζομένων, ξεπερνά το 25%.
- Ο κατώτερος μισθός έχει κατρακυλήσει στα 505 ευρώ και το ποσοστό των εργαζόμενων που καλούνται να ζήσουν με αυτά τα χρήματα έφτασε στο 20%, σχεδόν διπλάσιο από το αντίστοιχο του 2011.
- Το ποσοστό των Πορτογάλων που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας αγγίζει το 20% και διαβιούν με λιγότερα από 411 ευρώ το μήνα.
- Πληθυσμός 2 εκατομμυρίων Πορτογάλων, σε μια χώρα 10 εκατομμυρίων κατοίκων, έχουν εξαναγκαστεί να επιβιώνουν με εισοδήματα κάτω από το 60% του εθνικού μέσου όρου.
- Το ποσοστό της παιδικής φτώχειας στις ηλικίες κάτω των 18 ετών έχει εκτιναχτεί στο 25,6%.
- Η ανθρωπιστική κρίση λόγω της ολοσχερούς καταστροφής του λεγόμενου «κράτους πρόνοιας» παίρνει χαρακτήρα χιονοστιβάδας με χαρακτηριστικό το γεγονός ότι τα συσσίτια που προσφέρονται από ανθρωπιστικές οργανώσεις στη Λισαβόνα, το Πόρτο και σε μια σειρά μεγάλες πόλεις της χώρας δεν επαρκούν να καλύψουν την – μετά Μνημόνιο – ζήτηση.
- Το μεταναστευτικό κύμα συνεχίζεται με αμείωτη ένταση καθώς κάθε χρόνο υπολογίζεται ότι φεύγουν από την χώρα 100.000 νέοι άνθρωποι, τόσο πτυχιούχοι επιστήμονες όσο και εργάτες. Πάνω από 500.000 Πορτογάλοι έχουν φύγει μετανάστες από το 2011.
- Το δημόσιο χρέος έχει εκτιναχτεί κοντά στο 125% του ΑΕΠ (είναι 70% μεγαλύτερο από την έναρξη της κρίσης) και αν προστεθεί και το ιδιωτικό χρέος, το συνολικό χρέος της Πορτογαλίας ξεπερνά το 380% του ΑΕΠ της.
- Ακόμα κι αν υποτεθεί ότι η Πορτογαλία θα παράγει για δεκαετίες διαρκή πλεονάσματα της τάξης του 1%, ο χρόνος αποπληρωμής του χρέους της υπολογίζεται μετά από 120 χρόνια…
Αυτό είναι το «success story» του Μνημονίου στην Πορτογαλία. Αυτά είναι τα αποτελέσματα της «επιτυχούς» εφαρμογής του. Κι αυτή είναι η παγιωμένη κατάσταση που επικρατεί (και θα επικρατεί για δεκαετίες) στη χώρα και μετά Μνημονίου.
Σημείωση: Το 2014 επί Μνημονίου, η Πορτογαλία βρισκόταν στην 40η θέση του Παγκόσμιου "Δείκτη Μιζέριας". Το 2015 με την Πορτογαλία εκτός Μνημονίου, η χώρα ανέβηκε στην 10η θέση του "Δείκτη Μιζέριας"...
Όσο, λοιπόν, κι αν το εκλογικό αποτέλεσμα (και) στην Πορτογαλία χρησιμοποιηθεί για να πλασαριστεί η προπαγάνδα πως ούτε λίγο ούτε πολύ οι λαοί – θύματα «αγαπούν» τους θύτες τους, το βασικό συμπέρασμα που θα ανακύψει από τις εκλογές και εκεί είναι άλλο.
Πρόκειται για συμπέρασμα κοινό για κάθε ευρωπαϊκή χώρα. Και το συμπέρασμα που αναδεικνύεται είναι τούτο:
Ότι η πολιτική αδυναμία του εργατικού και λαϊκού κινήματος, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, να σταθεί στο ύψος των απαιτήσεων και των περιστάσεων που απορρέουν από την επίθεση που δέχονται οι λαοί από τις κυρίαρχες τάξεις από τον Ατλαντικό μέχρι το Αιγαίο, είναι εκκωφαντική.
Και ότι η αναζήτηση – συνυπολογίζοντας τις γενικές πολιτικές και ιστορικές συνθήκες – εκείνων των ιδιαίτερων στοιχείων και των ειδικών ευθυνών που οδηγούν σε αυτό το αποτέλεσμα σε κάθε χώρα, καθίσταται επιτακτική.
Σε άλλη περίπτωση η Ιστορία θα προχωρήσει. Αλλά θα προχωρήσει μέσα από τις Συμπληγάδες των αχρείαστων τερατογενέσεων. Και σίγουρα θα προχωρήσει χωρίς αυτούς που δεν μπορούν να αναμετρηθούν με τα φληναφήματα περί του«τέλους της Ιστορίας».