Παρακάτω θα διαβάσετε την ιστορία του Steven Sasson, ενός νεαρού που δούλευε για την Kodak τη δεκαετία του '70. Η συναρπαστική ιστορία του αποτελεί ένα από τα πολλά παραδείγματα (είμαστε σίγουροι πως υπάρχουν πολλά ακόμα γνωστά ή άγνωστα) για το πώς η τεχνολογική εξέλιξη εμποδίζεται όταν το κίνητρο είναι το κέρδος.
Ευχαριστούμε θερμά την Φρόσω Βασιλάκη για την επιμέλεια της μετάφρασης από την αγγλική στην ελληνική γλώσσα.
Φανταστείτε έναν κόσμο, όπου η φωτογραφία είναι μια αργή διαδικασία, την οποία είναι αδύνατο να κατέχεις χωρίς χρόνια μελέτης ή μαθητείας. Ένας κόσμος χωρίς iphones, instagram, στον οποίο μια εταιρεία κυριαρχούσε παντού. Ένας τέτοιος κόσμος υπήρξε το 1973, όταν ο Steven Sasson, ένας νέος μηχανικός, πήγε να εργαστεί για την Eastman Kodak.
Δύο χρόνια αργότερα εφηύρε την ψηφιακή φωτογραφία και έφτιαξε την πρώτη ψηφιακή κάμερα.
Ο κύριος Sasson, 24 ετών, επινόησε τη διαδικασία που μας επιτρέπει να τραβήξουμε φωτογραφίες με τα κινητά μας, να στείλουμε εικόνες σε όλο τον κόσμο σε δευτερόλεπτα και να τις μοιραστούμε με εκατομμύρια ανθρώπους. Η ίδια διαδικασία αναστάτωσε ολοκληρωτικά τη βιομηχανία, που κυριαρχούνταν από τον εργοδότη του με καταγωγή από το Rochester και ξεκίνησε μια δεκαετία παραπόνων από επαγγελματίες φωτογράφους, γκρινιάζοντας για την καταστροφή του επαγγέλματός τους.
Ξεκίνησε αρκετά αθώα.
Λίγο μετά την άφιξή του στην Kodak, ανατέθηκε στον κ. Sasson, μια φαινομενικά εύκολη δουλειά - να δει εάν υπήρχε κάποια πρακτική χρήση για μια συσκευή με σύζευξη φορτίου - που είχε εφευρεθεί λίγα χρόνια νωρίτερα.
«Σχεδόν κανείς δε γνώριζε ότι δούλευα πάνω σε αυτό, καθώς δεν ήταν ένα τόσο μεγάλο project», είπε ο κ. Sasson, «Δεν ήταν μυστικό. Ήταν απλώς ένα πρόγραμμα για να με κάνει να μην μπω σε μπελάδες, κάνοντας κάτι άλλο, υποθέτω».
Ευχαριστούμε θερμά την Φρόσω Βασιλάκη για την επιμέλεια της μετάφρασης από την αγγλική στην ελληνική γλώσσα.
Φανταστείτε έναν κόσμο, όπου η φωτογραφία είναι μια αργή διαδικασία, την οποία είναι αδύνατο να κατέχεις χωρίς χρόνια μελέτης ή μαθητείας. Ένας κόσμος χωρίς iphones, instagram, στον οποίο μια εταιρεία κυριαρχούσε παντού. Ένας τέτοιος κόσμος υπήρξε το 1973, όταν ο Steven Sasson, ένας νέος μηχανικός, πήγε να εργαστεί για την Eastman Kodak.
Δύο χρόνια αργότερα εφηύρε την ψηφιακή φωτογραφία και έφτιαξε την πρώτη ψηφιακή κάμερα.
Ο κύριος Sasson, 24 ετών, επινόησε τη διαδικασία που μας επιτρέπει να τραβήξουμε φωτογραφίες με τα κινητά μας, να στείλουμε εικόνες σε όλο τον κόσμο σε δευτερόλεπτα και να τις μοιραστούμε με εκατομμύρια ανθρώπους. Η ίδια διαδικασία αναστάτωσε ολοκληρωτικά τη βιομηχανία, που κυριαρχούνταν από τον εργοδότη του με καταγωγή από το Rochester και ξεκίνησε μια δεκαετία παραπόνων από επαγγελματίες φωτογράφους, γκρινιάζοντας για την καταστροφή του επαγγέλματός τους.
Ξεκίνησε αρκετά αθώα.
Λίγο μετά την άφιξή του στην Kodak, ανατέθηκε στον κ. Sasson, μια φαινομενικά εύκολη δουλειά - να δει εάν υπήρχε κάποια πρακτική χρήση για μια συσκευή με σύζευξη φορτίου - που είχε εφευρεθεί λίγα χρόνια νωρίτερα.
«Σχεδόν κανείς δε γνώριζε ότι δούλευα πάνω σε αυτό, καθώς δεν ήταν ένα τόσο μεγάλο project», είπε ο κ. Sasson, «Δεν ήταν μυστικό. Ήταν απλώς ένα πρόγραμμα για να με κάνει να μην μπω σε μπελάδες, κάνοντας κάτι άλλο, υποθέτω».
Γρήγορα παρήγγειλε ένα ζευγάρι από αυτές και ξεκίνησε να αξιολογεί τις συσκευές, που αποτελούνταν από έναν αισθητήρα, που λαμβάνει ένα εισερχόμενο διπλό διαστατικό ίχνος και το μετατρέπει σε ηλεκτρικό σήμα. Ο κ. Sasson ήθελε να αιχμαλωτίσει μια εικόνα με αυτό, αλλά η CCD δεν μπορούσε να το κρατήσει γιατί οι ηλεκτρικοί παλμοί γρήγορα διαλύονταν.
Για να αποθηκεύσει την εικόνα, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει ό,τι ήταν εκείνη τη στιγμή μια σχετικά καινούρια διαδικασία - την ψηφιοποίηση - μετατρέποντας τους ηλεκτρονικούς παλμούς σε αριθμούς. Αλλά αυτή η λύση οδήγησε σε μια άλλη πρόκληση, να το αποθηκεύσει σε μνήμη RAM και έπειτα να το βάλει σε ψηφιακή μαγνητική κασέτα.
Το τελικό αποτέλεσμα ήταν μια συσκευή Rube Goldberg, με ένα φακό παρμένο από μια χρησιμοποιημένη σούπερ 8, ένα φορητό εγγραφέα σε ψηφιακή κασέτα, 16 μπαταρίες νικελίου - καδμίου, ένας αναλογικός - ψηφιακός μετατροπέας και μερικές ντουζίνες κυκλώματα - όλα συνδεδεμένα μεταξύ τους - σε μισή ντουζίνα ηλεκτρονικές πλακέτες.
Μοιάζει παράξενο σήμερα, αλλά θυμηθείτε, αυτό ήταν πριν από τους προσωπικούς υπολογιστές - το πρώτο «φτιάχ' το μόνος σου» σετ υπολογιστή της Apple - πουλήθηκε τον επόμενο χρόνο για $666.66.
Η κάμερα από μόνη της, ήταν ένα ιστορικό επίτευγμα, αλλά χρειαζόταν να εφεύρει ένα σύστημα αναπαραγωγής, που θα έπαιρνε την ψηφιακή πληροφορία στην κασέτα και θα τη μετέτρεπε «σε κάτι που θα μπορούσες να δεις», σε ένα σετ τηλεόρασης, μια ψηφιακή εικόνα.
«Αυτό ήταν κάτι περισσότερο από μια απλή κάμερα» είπε ο κ. Sasson, ο οποίος γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Μπρούκλιν. «Ήταν ένα φωτογραφικό σύστημα για να επιδείξει την ιδέα μιας εξ' ολοκλήρου ηλεκτρονικής κάμερας που δε θα χρησιμοποιούσε φιλμ και δε θα χρησιμοποιούσε χαρτί αλλά και καθόλου αναλώσιμα κατά τη λήψη και προβολή των φωτογραφιών».
Η κάμερα και το σύστημα αναπαραγωγής ήταν η αρχή της ψηφιακής φωτογραφικής εποχής. Αλλά η ψηφιακή επανάσταση δεν ήρθε εύκολα στην Kodak.
«Ήταν πεπεισμένοι ότι κανείς δε θα ήθελε να δει τις εικόνες του στην τηλεόραση».
Ο κ. Sasson πραγματοποίησε μια σειρά επιδείξεων σε ομάδες διευθυντών από τις πωλήσεις, τα τεχνικά και επιχειρηματικά τμήματα και έπειτα στα αφεντικά τους και στα αφεντικά των αφεντικών τους. Έφερε τη φορητή κάμερα στις αίθουσες συνεδριάσεων και επέδειξε το σύστημα τραβώντας φωτογραφίες τους ανθρώπους που βρίσκονταν στην αίθουσα - «πήρε μόλις 50 μιλιδευτερόλεπτα για να αιχμαλωτίσω την εικόνα, αλλά χρειάστηκαν 23 δευτερόλεπτα για να το εγγράψω στην κασέτα»- είπε ο κ. Sasson. «Έβγαλα έξω την κασέτα, την έδωσα στο βοηθό μου και την τοποθέτησε στη μονάδα αναπαραγωγής. Τριάντα δευτερόλεπτα αργότερα, ξεπετάχτηκε η 100x100 pixel ασπρόμαυρη εικόνα.»
Αν και η ποιότητα δεν ήταν καλή, ο κ. Sasson τους είπε ότι η ανάλυση θα βελτιωνόταν ραγδαία όσο η τεχνολογία εξελισσόταν και ότι θα μπορούσε να ανταγωνιστεί στην αγορά απέναντι σε 110 διαφορετικές κάμερες με φιλμ. Προσπαθώντας να το συγκρίνει με τα ήδη υπάρχοντα ηλεκτρονικά, είπε ότι: «Σκεφτείτε έναν HP υπολογιστή με φακό». Μίλησε ακόμα για το να στέλνεις εικόνες σε μια τηλεφωνική γραμμή.
Η απάντησή τους ήταν χλιαρή στην καλύτερη περίπτωση.
«Ήταν πεπεισμένοι ότι ποτέ κανείς δε θα ήθελε να κοιτάξει τις εικόνες του στην τηλεόραση» είπε. «Η κόπια υπάρχει στα χέρια μας περισσότερο από 100 χρόνια, κανείς ποτέ δεν παραπονέθηκε για τις κόπιες, ήταν πολύ φθηνές και επομένως γιατί κανείς να ήθελε να κοιτάξει την εικόνα του στην τηλεόραση;».
Οι κύριες αντιρρήσεις ήρθαν από τους εμπόρους και τους επιχειρηματίες. Η Kodak είχε το ουσιαστικό μονοπώλιο στη φωτογραφία στις Ηνωμένες Πολιτείες και έβγαζε χρήματα με κάθε βήμα της φωτογραφικής διαδικασίας. Εάν ήθελες να φωτογραφίσεις το πάρτι γενεθλίων των παιδιών σου, θα χρησιμοποιούσες πιθανόν μια Kodak Instamatic, ένα φιλμ Kodak κι ένα φλας Kodak. Θα το έδινες για επεξεργασία είτε στο γωνιακό φωτογραφείο ή θα ταχυδρομούσες το φιλμ στην Kodak, θα έπαιρνες πίσω τις κόπιες που θα είχαν φτιαχτεί με τη «χημεία» της Kodak, σε χαρτί Kodak.
Ήταν ένα εξαίσιο επιχειρηματικό μοντέλο.
Όταν οι διευθυντές της Kodak ρώτησαν πότε η ψηφιακή φωτογραφία θα μπορούσε να είναι ανταγωνιστική, ο κ. Sasson χρησιμοποίησε το νόμο του Moore, ο οποίος προβλέπει πόσο γρήγορα εξελίσσεται η ψηφιακή τεχνολογία. Θα χρειάζονταν 2 εκατομμύρια pixels για να ανταγωνιστούν τα αρνητικά από 110 έγχρωμα φιλμ. Επομένως υπολόγισε 15 με 20 χρόνια. Η Kodak διέθεσε τις πρώτες ψηφιακές κάμερες 18 χρόνια αργότερα.
«Όταν μιλάς σε ένα πλήθος ατόμων που δουλεύουν σε εταιρεία για (το τι πρόκειται να γίνει) 18 ή 20 χρόνια αργότερα, όταν κανείς από αυτούς δε θα βρίσκεται στην εταιρεία, δεν το βρίσκουν ιδιαίτερα συναρπαστικό» είπε. «Όμως μου επέτρεψαν να συνεχίσω να εργάζομαι πάνω στις ψηφιακές κάμερες, στη συμπίεση εικόνας και κάρτες μνήμης».
Η πρώτη ψηφιακή κάμερα πατενταρίστηκε το 1978, ονομαζόταν ηλεκτρονική κάμερα. Αλλά ο κ. Sasson δεν επιτρεπόταν να μιλήσει γι' αυτό δημόσια ή να δείξει το πρωτότυπό του σε κάποιον εκτός της Kodak.
Το 1989 ο κ. Sasson και ένας συνάδελφός του, ο Robert Hills, δημιούργησαν την πρώτη μοντέρνα ψηφιακή SLR που φαίνεται και λειτουργεί όπως τα σημερινά επαγγελματικά μοντέλα. Είχε έναν αισθητήρα 1.2 megapixel και χρησιμοποιούσε συμπίεση εικόνας και κάρτες μνήμης.
Για να αποθηκεύσει την εικόνα, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει ό,τι ήταν εκείνη τη στιγμή μια σχετικά καινούρια διαδικασία - την ψηφιοποίηση - μετατρέποντας τους ηλεκτρονικούς παλμούς σε αριθμούς. Αλλά αυτή η λύση οδήγησε σε μια άλλη πρόκληση, να το αποθηκεύσει σε μνήμη RAM και έπειτα να το βάλει σε ψηφιακή μαγνητική κασέτα.
Το τελικό αποτέλεσμα ήταν μια συσκευή Rube Goldberg, με ένα φακό παρμένο από μια χρησιμοποιημένη σούπερ 8, ένα φορητό εγγραφέα σε ψηφιακή κασέτα, 16 μπαταρίες νικελίου - καδμίου, ένας αναλογικός - ψηφιακός μετατροπέας και μερικές ντουζίνες κυκλώματα - όλα συνδεδεμένα μεταξύ τους - σε μισή ντουζίνα ηλεκτρονικές πλακέτες.
Μοιάζει παράξενο σήμερα, αλλά θυμηθείτε, αυτό ήταν πριν από τους προσωπικούς υπολογιστές - το πρώτο «φτιάχ' το μόνος σου» σετ υπολογιστή της Apple - πουλήθηκε τον επόμενο χρόνο για $666.66.
Η κάμερα από μόνη της, ήταν ένα ιστορικό επίτευγμα, αλλά χρειαζόταν να εφεύρει ένα σύστημα αναπαραγωγής, που θα έπαιρνε την ψηφιακή πληροφορία στην κασέτα και θα τη μετέτρεπε «σε κάτι που θα μπορούσες να δεις», σε ένα σετ τηλεόρασης, μια ψηφιακή εικόνα.
«Αυτό ήταν κάτι περισσότερο από μια απλή κάμερα» είπε ο κ. Sasson, ο οποίος γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Μπρούκλιν. «Ήταν ένα φωτογραφικό σύστημα για να επιδείξει την ιδέα μιας εξ' ολοκλήρου ηλεκτρονικής κάμερας που δε θα χρησιμοποιούσε φιλμ και δε θα χρησιμοποιούσε χαρτί αλλά και καθόλου αναλώσιμα κατά τη λήψη και προβολή των φωτογραφιών».
Η κάμερα και το σύστημα αναπαραγωγής ήταν η αρχή της ψηφιακής φωτογραφικής εποχής. Αλλά η ψηφιακή επανάσταση δεν ήρθε εύκολα στην Kodak.
«Ήταν πεπεισμένοι ότι κανείς δε θα ήθελε να δει τις εικόνες του στην τηλεόραση».
Ο κ. Sasson πραγματοποίησε μια σειρά επιδείξεων σε ομάδες διευθυντών από τις πωλήσεις, τα τεχνικά και επιχειρηματικά τμήματα και έπειτα στα αφεντικά τους και στα αφεντικά των αφεντικών τους. Έφερε τη φορητή κάμερα στις αίθουσες συνεδριάσεων και επέδειξε το σύστημα τραβώντας φωτογραφίες τους ανθρώπους που βρίσκονταν στην αίθουσα - «πήρε μόλις 50 μιλιδευτερόλεπτα για να αιχμαλωτίσω την εικόνα, αλλά χρειάστηκαν 23 δευτερόλεπτα για να το εγγράψω στην κασέτα»- είπε ο κ. Sasson. «Έβγαλα έξω την κασέτα, την έδωσα στο βοηθό μου και την τοποθέτησε στη μονάδα αναπαραγωγής. Τριάντα δευτερόλεπτα αργότερα, ξεπετάχτηκε η 100x100 pixel ασπρόμαυρη εικόνα.»
Αν και η ποιότητα δεν ήταν καλή, ο κ. Sasson τους είπε ότι η ανάλυση θα βελτιωνόταν ραγδαία όσο η τεχνολογία εξελισσόταν και ότι θα μπορούσε να ανταγωνιστεί στην αγορά απέναντι σε 110 διαφορετικές κάμερες με φιλμ. Προσπαθώντας να το συγκρίνει με τα ήδη υπάρχοντα ηλεκτρονικά, είπε ότι: «Σκεφτείτε έναν HP υπολογιστή με φακό». Μίλησε ακόμα για το να στέλνεις εικόνες σε μια τηλεφωνική γραμμή.
Η απάντησή τους ήταν χλιαρή στην καλύτερη περίπτωση.
«Ήταν πεπεισμένοι ότι ποτέ κανείς δε θα ήθελε να κοιτάξει τις εικόνες του στην τηλεόραση» είπε. «Η κόπια υπάρχει στα χέρια μας περισσότερο από 100 χρόνια, κανείς ποτέ δεν παραπονέθηκε για τις κόπιες, ήταν πολύ φθηνές και επομένως γιατί κανείς να ήθελε να κοιτάξει την εικόνα του στην τηλεόραση;».
Οι κύριες αντιρρήσεις ήρθαν από τους εμπόρους και τους επιχειρηματίες. Η Kodak είχε το ουσιαστικό μονοπώλιο στη φωτογραφία στις Ηνωμένες Πολιτείες και έβγαζε χρήματα με κάθε βήμα της φωτογραφικής διαδικασίας. Εάν ήθελες να φωτογραφίσεις το πάρτι γενεθλίων των παιδιών σου, θα χρησιμοποιούσες πιθανόν μια Kodak Instamatic, ένα φιλμ Kodak κι ένα φλας Kodak. Θα το έδινες για επεξεργασία είτε στο γωνιακό φωτογραφείο ή θα ταχυδρομούσες το φιλμ στην Kodak, θα έπαιρνες πίσω τις κόπιες που θα είχαν φτιαχτεί με τη «χημεία» της Kodak, σε χαρτί Kodak.
Ήταν ένα εξαίσιο επιχειρηματικό μοντέλο.
Όταν οι διευθυντές της Kodak ρώτησαν πότε η ψηφιακή φωτογραφία θα μπορούσε να είναι ανταγωνιστική, ο κ. Sasson χρησιμοποίησε το νόμο του Moore, ο οποίος προβλέπει πόσο γρήγορα εξελίσσεται η ψηφιακή τεχνολογία. Θα χρειάζονταν 2 εκατομμύρια pixels για να ανταγωνιστούν τα αρνητικά από 110 έγχρωμα φιλμ. Επομένως υπολόγισε 15 με 20 χρόνια. Η Kodak διέθεσε τις πρώτες ψηφιακές κάμερες 18 χρόνια αργότερα.
«Όταν μιλάς σε ένα πλήθος ατόμων που δουλεύουν σε εταιρεία για (το τι πρόκειται να γίνει) 18 ή 20 χρόνια αργότερα, όταν κανείς από αυτούς δε θα βρίσκεται στην εταιρεία, δεν το βρίσκουν ιδιαίτερα συναρπαστικό» είπε. «Όμως μου επέτρεψαν να συνεχίσω να εργάζομαι πάνω στις ψηφιακές κάμερες, στη συμπίεση εικόνας και κάρτες μνήμης».
Η πρώτη ψηφιακή κάμερα πατενταρίστηκε το 1978, ονομαζόταν ηλεκτρονική κάμερα. Αλλά ο κ. Sasson δεν επιτρεπόταν να μιλήσει γι' αυτό δημόσια ή να δείξει το πρωτότυπό του σε κάποιον εκτός της Kodak.
Το 1989 ο κ. Sasson και ένας συνάδελφός του, ο Robert Hills, δημιούργησαν την πρώτη μοντέρνα ψηφιακή SLR που φαίνεται και λειτουργεί όπως τα σημερινά επαγγελματικά μοντέλα. Είχε έναν αισθητήρα 1.2 megapixel και χρησιμοποιούσε συμπίεση εικόνας και κάρτες μνήμης.
Όμως το τμήμα μάρκετινγκ της Kodak δεν ενδιαφερόταν γι' αυτό. Ο κ. Sasson είπε ότι θα μπορούσαν να πουλήσουν την κάμερα αλλά δεν το έκαναν, γιατί αυτό θα ροκάνιζε τις πωλήσεις φιλμ της εταιρείας.
«Όταν φτιάξαμε αυτή την κάμερα, η συζήτηση τελείωσε» είπε ο κ.Sasson. «Ήταν ένα ζήτημα χρόνου και ακόμα η Kodak δεν το είχε αγκαλιάσει καθόλου». «Αυτή η κάμερα ποτέ δεν είδε το φως της μέρας».
Μέχρι που έληξε στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2007, η πατέντα της ψηφιακής κάμερας βοήθησε την Kodak, που της ανήκε, (όχι όμως τον κ. Sasson) να κερδίσει δισεκατομμύρια, κάνοντας τους περισσότερους κατασκευαστές ψηφιακής κάμερας να πληρώσουν την Kodak για τη χρήση της τεχνολογίας. Αν και η Kodak έκανε τελικά και τα δύο, επαγγελματικές και ευρείας κατανάλωσης κάμερες, δεν είχε ολοκληρωτικά αγκαλιάσει την ψηφιακή φωτογραφία μέχρι τη στιγμή που ήταν πλέον αργά.
«Κάθε ψηφιακή κάμερα που πωλούνταν, έπαιρνε μερίδιο της αγοράς από τις κάμερες με φιλμ και ήταν γνωστό πόσα πολλά χρήματα κερδίζαμε από τα φιλμ» είπε ο κ. Sasson. «Αυτό ήταν το θέμα. Φυσικά το πρόβλημα ήταν ότι σύντομα δε θα μπορούσες να πουλήσεις φιλμ - και αυτή ήταν η θέση μου».
Σήμερα η πρώτη ψηφιακή κάμερα του κ. Sasson, που κατασκευάστηκε το 1975, βρίσκεται σε έκθεση στο Εθνικό Μουσείο Αμερικανικής Ιστορίας Smithsonian's Museum. Ο πρόεδρος Ομπάμα βράβευσε τον κ. Sasson σε μια τελετή του 2009 στον Λευκό Οίκο, με το εθνικό μετάλλιο καινοτομίας και τεχνολογίας.
Τρία χρόνια αργότερα η Eastman Kodak έκανε αίτημα για χρεοκοπία.
«Όταν φτιάξαμε αυτή την κάμερα, η συζήτηση τελείωσε» είπε ο κ.Sasson. «Ήταν ένα ζήτημα χρόνου και ακόμα η Kodak δεν το είχε αγκαλιάσει καθόλου». «Αυτή η κάμερα ποτέ δεν είδε το φως της μέρας».
Μέχρι που έληξε στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2007, η πατέντα της ψηφιακής κάμερας βοήθησε την Kodak, που της ανήκε, (όχι όμως τον κ. Sasson) να κερδίσει δισεκατομμύρια, κάνοντας τους περισσότερους κατασκευαστές ψηφιακής κάμερας να πληρώσουν την Kodak για τη χρήση της τεχνολογίας. Αν και η Kodak έκανε τελικά και τα δύο, επαγγελματικές και ευρείας κατανάλωσης κάμερες, δεν είχε ολοκληρωτικά αγκαλιάσει την ψηφιακή φωτογραφία μέχρι τη στιγμή που ήταν πλέον αργά.
«Κάθε ψηφιακή κάμερα που πωλούνταν, έπαιρνε μερίδιο της αγοράς από τις κάμερες με φιλμ και ήταν γνωστό πόσα πολλά χρήματα κερδίζαμε από τα φιλμ» είπε ο κ. Sasson. «Αυτό ήταν το θέμα. Φυσικά το πρόβλημα ήταν ότι σύντομα δε θα μπορούσες να πουλήσεις φιλμ - και αυτή ήταν η θέση μου».
Σήμερα η πρώτη ψηφιακή κάμερα του κ. Sasson, που κατασκευάστηκε το 1975, βρίσκεται σε έκθεση στο Εθνικό Μουσείο Αμερικανικής Ιστορίας Smithsonian's Museum. Ο πρόεδρος Ομπάμα βράβευσε τον κ. Sasson σε μια τελετή του 2009 στον Λευκό Οίκο, με το εθνικό μετάλλιο καινοτομίας και τεχνολογίας.
Τρία χρόνια αργότερα η Eastman Kodak έκανε αίτημα για χρεοκοπία.