MENU

Ακρωτήρι Θήρας: Μια θεά αφηγείται την ιστορία 3.500 χρόνων!!

Το αίμα μιας θεάς που ρέει εδώ και 3.500 χρόνια. Ένα λουλούδι που βλασταίνει από την πληγή της και..
βάφεται κόκκινο. Κι ένα ιερό που επίσης ματώνει λίγα μέτρα πιο εκεί. Μια σκηνή γεμάτη μυστήριο, όπως γεμάτη μυστικά είναι και η πολιτεία στην οποία γεννήθηκε.

Όλα τούτα δεν είναι παρά μόνο μια σκηνή από τις αναρίθμητες τοιχογραφίες που κοσμούσαν τα πολυώροφα κτίσματα της προϊστορικής πόλης η οποία θάφτηκε κάτω από τη λάβα του ηφαιστείου. Τοιχογραφίες διάσημες μεν, αθέατες δε σε ένα μεγάλο ποσοστό τους, καθώς η αποκατάσταση και η συντήρησή τους είναι υπόθεση χρονοβόρα και πολυδάπανη, ενώ προσφάτως μπήκε λουκέτο στο εργαστήριο συντήρησης των τοιχογραφιών λόγω έλλειψης χρηματοδότησης.
Δύο εξ αυτών που κοσμούσαν την Ξεστή 3, ένα από τα σημαντικότερα κτίρια του Ακρωτηρίου, μαζί με εκείνη με τις διάσημες κροκοσυλλέκτριες, διαβάζει με τον δικό της τρόπο – ανάμεσα σε άλλα – η ειδική στην Ιστορία των Θρησκειών, καθηγήτρια Κλασικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόι και κόρη του πρώτου ανασκαφέα του χώρου, Σπυρίδωνα Μαρινάτου, Ναννώ, στο λεύκωμα «Ακρωτήρι, Σαντορίνη, η βιογραφία μιας χαμένης πολιτείας» (επιμέλεια Κλέα Σουγιουλτζόγλου).

Η θεά στο άδυτο
«Δεν πρόκειται για απλώς ένα coffee table book, αλλά για μια προσπάθεια να ζωντανέψω την πόλη, να εξηγήσω στον αναγνώστη πώς ζούσαν οι άνθρωποι στο Ακρωτήρι, με τι ασχολούνταν, ποιο ήταν το βιοτικό τους επίπεδο, κυρίως μέσα από τις τοιχογραφίες» μάς λέει η Ναννώ Μαρινάτου που βρίσκεται στην Αθήνα και ετοιμάζει την αγγλόφωνη έκδοση του βιβλίου, το οποίο δεν φείδεται απόψεων που θα συζητηθούν. «Δεν πιστεύω ότι η Ξεστή 3 ήταν δημόσιο κτίριο ή ναός (σ.σ.: άποψη που έχει επικρατήσει). Το Ακρωτήρι δεν ήταν πόλη-κράτος και δεν θα υπήρχαν δημόσιοι χώροι όπως στη μετέπειτα ιστορική εποχή. Ο κάτοικός της πιθανόν να ήταν κάποιος εύπορος αξιωματούχος και στο βόρειο άκρο του ισογείου είχε εντάξει ένα οικιακό ιερό ή άδυτο» εκτιμά.

«Η ιστορία εξελίσσεται όπως τα καρέ μιας ταινίας. Στο άδυτο η θεά – σε μεγαλύτερη κλίμακα από τις άλλες γυναικείες μορφές της παράστασης – απεικονίζεται με την ανθρώπινη διάστασή της. Kάθεται απελπισμένη με το ένα της χέρι να χτυπάει το κεφάλι της για το κακό που της συνέβη και με το άλλο να αγγίζει το πληγωμένο της πόδι. Υποφέρει, όπως ο Χριστός. Το αίμα της αποτελεί πηγή βλάστησης. Από αυτό φυτρώνει ο κρόκος. Και πιο κει ένα ιερό ματώνει προς συμπαράστασή της, όπως οι κλαίουσες εικόνες της Παναγίας. Είναι ανάλογη της Μεγάλης Θεάς της Κνωσού που προστατεύει τους πάντες και αναμφισβήτητα αποτελεί μια χαμένη ψηφίδα της μινωικής θρησκείας και μυθολογίας». Στον επόμενο όροφο η θεά απεικονίζεται μετουσιωμένη στον δικό της, θείο κόσμο, συνοδευόμενη από έναν γρύπα, ενώ οι διάσημες – και μόλις προσφάτως συντηρημένες κροκοσυλλέκτριες – συλλέγουν άνθη κρόκου (πολύτιμη ουσία που εκμεταλλεύονταν εμπορικά οι κάτοικοι του Ακρωτηρίου) για να της τα προσφέρουν. Ο επόμενος όροφος κοσμείται με σπείρες που «παραπέμπουν στην ουράνια και ηλιακή υπόσταση της θεάς». Δυστυχώς οι τοιχογραφίες αυτές όχι απλώς δεν είναι εκτεθειμένες, αλλά κάποιες βρίσκονται στο εργαστήριο του αρχαιολογικού χώρου κι άλλες στο υπόγειο του Μουσείου Προϊστορικής Θήρας στα Φηρά.

Η έκρηξη του ηφαιστείου
Η ανάγνωση των τοιχογραφιών όμως και η άποψη για την ταυτότητα της Ξεστής 3 δεν είναι και το μοναδικό σημείο όπου η Ναννώ Μαρινάτου εκφράζει διαφορετική άποψη. Τοποθετεί την έκρηξη του ηφαιστείου – και κατά συνέπεια την καταστροφή του Ακρωτηρίου – την εποχή της 18ης Δυναστείας στην Αίγυπτο και συγκεκριμένα επί εποχής της Χατσεψούτ και του Τούθμωση Γ” (1500-1450 π.Χ.) και όχι στο 1613 π.Χ. που χρονολογούν την έκρηξη επιστήμονες βάσει των αποτελεσμάτων με άνθρακα 14. «Υπάρχουν πολλοί τρόποι χρονολόγησης. Προτιμώ εκείνον που βασίζεται στον συγχρονισμό των πολιτισμών. Υπάρχουν αγγεία σε αιγυπτιακές τοιχογραφίες που χρησιμοποιήθηκαν μόνο για 25 ή 50 χρόνια και τα ίδια τα βρίσκουμε στο Ακρωτήρι».

Διαπρεπής επιστήμων, η Ναννώ Μαρινάτου ήταν φοιτήτρια όταν ο πατέρας της βρήκε τραγικό θάνατο μέσα στον αρχαιολογικό χώρο πριν από τέσσερις δεκαετίες. «Ο Χρίστος Ντούμας ήταν ο φυσικός διάδοχος του πατέρα μου. Τον σέβομαι και τον εκτιμώ. Προσωπικά θα ήθελα να επιστρέψω στην ανασκαφή, ως μελετήτρια κι όχι ως διευθύντρια. Νομίζω ότι έχω πολλά να πω».

Πώς είδε από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού την ανακάλυψη του ταφικού μνημείου στην Αμφίπολη; «Κάθε μέρα οι φοιτητές μου περίμεναν με αγωνία να τους πω τι βρέθηκε και τους προωθούσα ένα αγγλόφωνο newsletter από την Ελλάδα. Ηταν μια θετική προπαγάνδα υπέρ της ελληνικότητας, σε μια περίοδο που για την Ελλάδα ακούγονταν μόνο αρνητικά σχόλια».