MENU

Σάσων: Το νησί που «χαρίσαμε» στην Αλβανία τον Ιούνιο του 1914! (φωτό)

Μπροστά στήν εἴσοδο τοῦ κόλπου Αὐλώνας σέ ἀπόσταση περίπου τριῶν μιλίων βρίσκεται ἕνα γραφικό νησί. Τό ὄνομά του Σάσων ἤ Σασώ εἶναι πανάρχαιο. Ἀπό τό δεύτερο πρό Χριστοῦ αἰώνα τό ἀναφέρει ὁ ἱστορικός Πολύβιος καί ὁ ἀρχαῖος γεωγράφος Σκύλακας ὁ Καρυανδέας. Μνημονεύεται ἐπίσης καί ἀπό τούς γεωγράφους Στράβωνα, Κλαύδιος Πτολεμαῖο, καθώς καί ἀπό τό Ρωμαῖο Ναύαρχο καί ἱστορικό Πλίνιο, ὡς ὁρμητήριο πειρατῶν. Οἱ Ἰταλοί τό ἀποκαλοῦν Σαζένο (Saseno) καί οἱ Ἀλβανοί Σαζάνη (Sazani). Ἐκτείνεται μόλις δυόμισυ ναυτικά μίλια ἀπό βορά πρός νότο καί τό μέγιστο πλάτος του δέν ξεπερνᾶ τό ἕνα μίλι. Τό μέγιστο ὕψος του εἶναι τριακόσια τριάντα ἕνα μέτρα. Ἀποτελεῖται ἀπό δύο λόφους πού ξεγελοῦν ἀπό μακριά, δίνοντας τήν ἐντύπωση ὅτι ὑπάρχουν δύο ξεχωριστά νησιά.

Ἀπό νότο τό προσεγγίζει σέ ἀπόσταση τριῶν ναυτικῶν μιλίων ἡ ἄκρα Λιγκουέτα (Gjuherzes) τῆς χερσονήσου τῶν Ἀκροκεραυνίων, ἐνῶ ἀνατολικά ἡ πλησιέστερη ἀπόστασή του ἀπό τήν ἠπειρωτική ξηρά εἶναι τεσσεράμισυ ναυτικά μίλια. Καθώς τά βάθη γύρω ἀπό τό νησί εἶναι μεγάλα ἐπιτρέπεται ἡ διέλευση ἀκόμα καί μεγάλων πλοίων. Μισό μίλι νοτιότερα ἀπό τή βορειοδυτική ἄκρη, σέ ὕψος ἑκατόν ἐνενήντα ὀκτώ μέτρων λειτουργεῖ φάρος. Ὑπάρχει μαρτυρία καί γιά ἐρείπια φρουρίου στό νησί, πιθανόν Ρωμαϊκοῦ.

Ὁ λιμένας στό βορειότερο τμῆμα τῶν ἀνατολικῶν ἀκτῶν του εἶναι ἀσφαλής. Προφυλάσσεται ἀπό κυματοθραύστη καί λιμενοβραχίονα. Παλαιότερα ἡ περιοχή τοῦ λιμένα ὀνομαζόταν «Ἅγιος Νικόλαος». Τό ὄνομά της τό εἶχε πάρει ἀπό μιά μικρή ἐκκλησία πού λειτουργοῦσε ἐκεῖ καί καταστράφηκε τό 1788 ἀπό Τούρκους τοῦ Αὐλώνα.

Τό ἀπόκρημνο ἔδαφος τοῦ νησιοῦ καθώς καί οἱ ἀπότομοι βράχοι καί τό πλῆθος τῶν ὑφάλων πού σχηματίζουν γύρω του φυσικά κωλύματα, ἀπαγορεύουν τήν προσέγγιση ἀπό τή θάλασσα, καθιστῶντας το ἀπόρθητο κάστρο. Τό νησί γενικά εἶναι ἄγονο ἀλλά προσφέρεται γιά τή βοσκή αἰγοπροβάτων. Παρά τή σχετικά μικρή του ἔκταση πού δέν ξεπερνᾶ τά 5,2 τετραγωνικά χιλιόμετρα, μποροῦσε νά ἐκτρέφει στό παρελθόν 8000 πρόβατα, περισσότερα ἀπό 300 κατσίκια καθώς καί πλῆθος βοοειδῶν.



Στό σημεῖο αὐτό θά πρέπει νά σταθοῦμε στή στρατηγική ἀξία τοῦ νησιοῦ πού συνδέεται ἄμεσα μέ τήν ἀντίστοιχη στρατηγική σημασία τῆς εὐρύτερης περιοχῆς του, δηλαδή τῆς Ἀδριατικῆς. Ὅσο μικρό κι ἄν εἶναι τό νησί, ἡ σημασία του εἶναι τεράστια. Αὐτό ὀφείλεται στή θέση του. Βρίσκεται στό ἀνατολικό ἄκρο τοῦ στενοῦ τοῦ Ὀτράντο. Τό στενό αὐτό, εὔρους σαράντα ναυτικῶν μιλίων μεταξύ Ἀλβανίας καί Ἰταλίας, ἀποτελεῖ τήν πύλη τῆς Ἀδριατικῆς! Αὐτό εἶναι ἐκεῖνο τό στοιχεῖο πού δίνει στό μικρό καί ἄγονο νησί μιά τόσο σημαντική στρατηγική ἀξία πού τή μοιράζεται μέ τό ἄλλο ἄκρο τοῦ στενοῦ, τό δυτικό πού ἀποτελεῖται ἀπό τήν ἄκρα Σάντα Μαρία ντί Λέουκα καί τήν ἄκρα Ὀτράντο τῆς Ἰταλίας.

Εἶναι εὔκολα κατανοητό ὅτι ἡ Δύναμη πού ἐλέγχει τήν εἴσοδο τοῦ στενοῦ ἐλέγχει μιά ἀπό τίς σημαντικότερες θάλασσες τῆς περιοχῆς μας, γεγονός πού ἀποτελεῖ σημαντικό στρατηγικό πλεονέκτημα σέ ὁλόκληρη τή Μεσόγειο! Γιά τούς λόγους αὐτούς τό ἐνδιαφέρον γιά στρατηγικό ἔλεγχο τῆς Ἀδριατικῆς δέν εἶναι καθόλου καινούργιο.

Πρῶτοι οἱ Ρωμαῖοι ἀντιλήφθηκαν τή μεγάλη ἀξία της καί ἔκτισαν ὀχυρωματικά ἔργα. Στή διάρκεια τῆς μεσαιωνικῆς Αὐτοκρατορίας μας, τή λεγόμενη Βυζάντιο σήμερα, τό ἐνδιαφέρον περιορίστηκε σχετικά. Ὁ στρατηγικός προσανατολισμός τότε ἦταν πρός βορά καί κυρίως πρός ἀνατολάς. Μέ τήν ἐμφάνιση ὅμως τῶν Τούρκων, ἡ ἀξία τῆς περιοχῆς ἀναβαθμίστηκε. Πλῆθος διεθνεῖς συνθῆκες εἶχαν στόχο τους τήν ἐξασφάλιση τοῦ ἐλέγχου τῆς Ἀδριατικῆς, πότε ὑπέρ τῆς μίας καί πότε ὑπέρ τῆς ἄλλης Μεγάλης Δυνάμεως.

Δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅμως ὅτι ἱστορικά ἡ Σάσων, τό Γιβραλτάρ τῆς Ἀδριατικῆς, ἀνήκει στά Ἰόνια νησιά. Ἀπό τό 1696, μετά ἀπό 125 χρόνια Τουρκικῆς κατοχῆς, τό βρίσκουμε μαζί μέ τά ὑπόλοιπα Ἰόνια νησιά κάτω ἀπό Ἑνετική ἐπικυριαρχία, ἐνῶ στή συνέχεια ἀκολούθησε τή μοίρα τῶν Ἰονίων Νήσων σέ ὅλες τίς διεθνεῖς ἐξελίξεις. Μέ τή Συνθήκη τοῦ Κάμπο – Φόρμιο τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1797 μεταξύ Γαλλίας καί Αὐστρίας περιῆλθε μαζί μέ τά Ἑπτάνησα στή Γαλλία, ὅπως καί ὅλες οἱ «… ἄλλοτε Βενετικαί κτήσεις εἰς τήν Ἀλβανίαν, πού κεῖνται νοτίως τοῦ κόλπου τοῦ Δρίνου».

Συμπεριλήφθηκε στή Συνθήκη τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τό Μάρτιο 1800 μεταξύ Τούρκων καί Ρώσων, γιά τή συγκρότηση τῆς Δημοκρατίας τῶν Ἑπτανήσιων. Ἀκολούθησε ἡ Συνθήκη τῆς Ἀμιένης τό Μάρτιο 1802, μεταξύ Γαλλίας, Ἀγγλίας, Ἱσπανίας ὅπου ἀναγνωρίζεται ἡ Ἑπτάνησος Πολιτεία καί κατοχυρώνεται τό καθεστώς προστασίας τῶν Συμμάχων Δυνάμεων καί φθάσαμε στή Συνθήκη τῶν Παρισίων τό 1815 μεταξύ Γαλλίας καί τῶν τεσσάρων Συμμάχων Αὐστρίας, Ἀγγλίας, Πρωσσίας καί Ρωσίας μέ τήν ὁποία ἀναγνωρίσθηκαν οἱ Ἰόνιοι Νῆσοι σάν ἐλεύθερη καί ἀνεξάρτητος Πολιτεία ὑπό Ἀγγλική προστασία.

Στήν ἐξουσία τῆς Ἰονίου Πολιτείας, σύμφωνα μέ διευκρίνιση τῆς 17ης Νοεμβρίου 1825 περιλαμβανόταν καί ἡ Σάσων σάν μιά ἀπό τίς νήσους «… μέ τά ἐξαρτήματά των, ὅπως ἀναφέρονται εἰς τήν Συνθήκη τῆς Κωνσταντινουπόλεως τῆς 21ης Μαρτίου 1800». Γι᾽ αὐτό μέ τήν ἐγκατάσταση τῆς Ἰονίου Πολιτείας, ἕνα Ἀγγλικό Πολεμικό Πλοῖο ἔπλευσε στή Σάσωνα πού τήν κατέλαβε ὑποστέλλοντας τήν Ὀθωμανική Σημαία καί ὕψωσε τή Σημαία τῆς Ἰονίου Πολιτείας. Στή συνέχεια οἱ Τοῦρκοι προσπάθησαν πολλές φορές νά ἀνακαταλάβουν τή Σάσωνα εἰδικά μεταξύ τῶν ἐτῶν 1850 ἕως 1859, ἀλλά ἐκδιώχθηκαν ἀπό τίς Βρεταννικές Στρατιωτικές Δυνάμεις.

Ἡ παραχώρηση τῶν Ἰονίων Νήσων στήν Ἑλλάδα ἔγινε μέ τή Συνθήκη τοῦ Λονδίνου τόν Μάρτιο τοῦ 1864. Ἡ νῆσος Σάσων ἀκολουθοῦσα τή μοίρα τῶν Ἑπτανήσιων θά ἔπρεπε κανονικά νά ἐνσωματωθεῖ στήν Ἑλλάδα. Δυστυχῶς ὅμως δέν ὑψώθηκε ἡ Κυανόλευκος σ’ αὐτή τή νῆσο εἴτε «ἐξ ἀκατανοήτου μυωπίας καί ἀβλεψίας», εἴτε γιατί θεωρήθηκε «τελείως ἄχρηστη, διότι ἦταν τελείως ἄγονος». Οἱ Τοῦρκοι ὅμως ἀπό τή γειτονική Αὐλώνα καιροφυλακτοῦσαν! Ἐπωφελήθηκαν ἀπό τό ἀσυγχώρητο λάθος μας καί ἔσπευσαν νά κατοχυρώσουν τήν κυριαρχία τους σέ αὐτό τό «ἄγονο» νησί. Φρόντισαν μάλιστα νά ἐγκαταστήσουν φάρο πού λειτούργησε τό 1871.

Στή διάρκεια τοῦ Α’ Βαλκανικοῦ Πολέμου στίς 15 Νοεμβρίου τοῦ 1912, ὁ Διοικητής Ὁμάδας Ἀτμομυοδρομώνων τῆς Μοίρας Ἰονίου, Ἀντιπλοίαρχος Κωνσταντῖνος Γεωργαντᾶς, ἐπιβαίνων τοῦ Ἀτμομυοδρόμωνος ΠΗΝΕΙΟΣ ὅπου ἦταν Κυβερνήτης ὁ Πλωτάρχης Ἀναστάσιος Ἀνδρεάδης, ἀπελευθέρωσε τή νῆσο καί ὕψωσε τήν Ἑλληνική Σημαία.

Ἡ ἀπελευθέρωση γιορτάσθηκε μέ μεγάλο ἐνθουσιασμό ἀπό τίς δεκαπέντε Ἑλληνικές Οἰκογένειες κτηνοτρόφων πού κατοικοῦσαν ἐκεῖ. Παντοῦ κυμάτιζε ἡ Ἑλληνική Σημαία! Μιά μεγάλη γιορτή εἶχε ἀρχίσει σ’ αὐτό τό ἀκριτικό Ἑλληνικό νησί. Ἀμέσως στίς 21 Νοεμβρίου ἄρχισε μέ τή φροντίδα τοῦ Ἀντιπλοιάρχου Γεωργαντᾶ νά λειτουργεῖ ξανά καί ὁ φάρος τοῦ νησιοῦ.

Ὅλα ἔδειχναν πώς ἡ Ἑλληνική κυριαρχία εἶχε σκεπάσει στοργικά τό νησί. Δυστυχῶς ὅμως αὐτό δέν κράτησε γιά πολύ. Οἱ Μεγάλες Δυνάμεις εἶχαν ἄλλα σχέδια!!! Μετά ἀπό πιέσεις τῆς Ἰταλίας συμφώνησαν μεταξύ τους τήν παραχώρησή της στήν Ἀλβανία μέ τό Πρωτόκολλο τῆς Φλωρεντίας στίς 13 Φεβρουαρίου 1914. Στή συνέχεια καί ἐνῶ βρισκόταν στήν ἐξουσία ἡ Κυβέρνηση τοῦ Ἐλευθέριου Βενιζέλου, ἡ Ἑλληνική Βουλή ἔκανε κάτι τό πρωτοφανές: μέ τό Νόμο 272 τῆς 5ης Ἰουνίου τοῦ 1914 παραχώρησε τή νῆσο Σάσωνα στήν Ἀλβανία!!! Στίς 2 Ἰουλίου, ἐκτελῶντας ἐντολή τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως, ἀπεχώρησε ἡ Ἑλληνική φρουρά, ὑποστέλλοντας τή Σημαία μας. Οἱ δυστυχεῖς κάτοικοι τοῦ νησιοῦ ἀφέθηκαν τελείως ἀπροστάτευτοι. Λίγες μέρες μετά τήν ἐγκληματική ἐγκατάλειψή τους, στίς 16 Ἰουλίου 1914, σφαγιάσθηκαν μέ τόν ἀγριότερο τρόπο!!!

Ἡ Ἰταλία ἀπό τήν ἀρχή τοῦ περασμένου αἰώνα εἶχε ἀρχίσει νά ἐκδηλώνει ἔντονο ἐνδιαφέρον γιά ἀπόκτηση ἐλέγχου στήν περιοχή. Γι’ αὐτό καί οἱ «περιπέτειες» τῆς Σάσωνος δέν σταμάτησαν. Τό 1915, στίς 26 Ἀπριλίου ἔγινε ἡ Συμφωνία τοῦ Λονδίνου. Μ’ αὐτή, ἡ Ἰταλία πέτυχε καί τήν οὐδετεροποίηση τοῦ Στενοῦ τῆς Κέρκυρας, ἐνῶ ἀποφασίσθηκε ἡ παραχώρηση τῆς νήσου Σάσωνα καί τοῦ Αὐλώνα στήν Ἰταλία. Μέσα σ’ αὐτό τό πλαίσιο, ἡ Ἰταλία ἄρχισε νά καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες γιά νά ἀποκτήσει ἐπιρροή στό νεοσύστατο κράτος τῆς Ἀλβανίας.

Στή συνέχεια ἐναντιώθηκε σέ κάθε προσπάθεια ἀπελευθερώσεως τῆς μαρτυρικῆς Βορείου Ἠπείρου. Μεγάλος ἐκφραστής αὐτοῦ τοῦ ἐνδιαφέροντος καί εἰδικά γιά μιά «προέχουσα θέση στήν Ἀδριατική» ὅπως δήλωναν τότε διπλωματικά οἱ Ἰταλοί, ὑπῆρξε ὁ Μουσσολίνι. Ἀφοῦ ὁ δικτάτορας τῆς Ἰταλίας ἐξασφάλισε τήν ἐπιρροή του στήν Ἀλβανία, ἄρχισε νά ἐποφθαλμιᾶ καί τήν Κέρκυρα.

Τήν ἀφορμή δέν ἄργησε νά τή βρεῖ. Ἦταν ἡ δολοφονία ἀπό ἄγνωστους κακοποιούς τοῦ Ἰταλοῦ Στρατηγοῦ Ἐνρίκο Τελλίνι καί τῆς συνοδείας του στίς 27 Αὐγούστου 1923 στήν Κακαβιά. Ὁ Ἰταλός Ντοῦτσε διέταξε τήν κατάληψη τῆς Κέρκυρας. Τό ἔργο αὐτό ἐκτελέσθηκε στίς 31 Αὐγούστου 1923, ἀπό μέρος τοῦ Ἰταλικοῦ στόλου ὑπό τό Ναύαρχο Σαλάρι.

Τά Ἰταλικά πλοῖα ἀποβίβασαν στρατό κατοχῆς ἀφοῦ πρῶτα βομβάρδισαν ἀνηλεῶς τήν πόλη τῆς Κέρκυρας φονεύοντας πολλούς ἀμάχους καί καταστρέφοντας πλῆθος κτισμάτων ἀκόμα καί ἐκκλησίες! Ἡ Ἰταλική κατοχή τερματίσθηκε σέ λίγες μέρες. Στίς 27 Σεπτεμβρίου 1923 οἱ Ἰταλοί ξαναγύρισαν στήν χώρα τους, ὕστερα ἀπό πιέσεις τῶν συμμάχων μας καί ἰδίως τῆς Μεγάλης Βρεταννίας πού δέν ἤθελε νά ἀφήσει στήν Ἰταλία τόν πλήρη ἔλεγχο καί τῶν δύο σημείων τῆς εἰσόδου στήν Ἀδριατική.

Ἀφοῦ λοιπόν ἡ Κέρκυρα σώθηκε λόγω τῆς στρατηγικῆς θέσεώς της, ἡ Ἰταλία ἔρριξε ὅλο τό βάρος της στή νῆσο Σάσωνα. Σημαντικός ἦταν ὁ ἐκσυγχρονισμός τῶν ἐγκαταστάσεών της πού ὁλοκληρώθηκε στίς 7 Ἀπριλίου τοῦ 1939 καί τή μετέτρεψε σέ μιά ἰσχυρότατη Ναυτική Βάση. Μιά Βάση πού στή συνέχεια φάνηκε πολύ χρήσιμη στίς δυνάμεις τοῦ Ἄξονα σ’ ὅλη τή διάρκεια τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ὅπου παρατηρήσαμε χωρίς νά μᾶς ἐκπλήσσει τή μεγάλη ἔξαρση τοῦ ἐνδιαφέροντος γιά τήν Ἀδριατική ἀπό ὅλες τίς ἐμπλεκόμενες δυνάμεις. Σέ ὅλη αὐτή τήν περίοδο, οἱ ἄρτια ὀργανωμένες Δυνάμεις τοῦ Ἄξονα ἀσκοῦσαν ἐπιχειρησιακό ἔλεγχο στήν περιοχή τῆς Ἀδριατικῆς μέ ὁρμητήριο τό νησί Σάσων ἀπ’ ὅπου ἐπιχειροῦσαν τά Ὑποβρύχιά τους τόσο πρός βορά ὅσο καί πρός νότο.

Μετά τό τέλος τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μέ τή συντριπτική ἥττα τοῦ Ἄξονα καί μέ τή Συνθήκη Εἰρήνης τῶν Παρισίων στίς 10 Φεβρουαρίου 1947, ἡ Σάσων περιῆλθε ὁριστικά πιά στήν Ἀλβανία. Ἀμέσως ἡ Ἀλβανία ἔστειλε 6 Ἀξιωματικούς τοῦ Ναυτικοῦ ἐπικεφαλῆς στρατιωτικῆς δυνάμεως πού ἐγκαταστάθηκε γιά τή φρούρηση τοῦ νησιοῦ. Ὀξυδερκής ὁ δικτάτορας τῆς Ἀλβανίας, Ἐμβέρ Χότζα (Enver Hoxha), ἐκτιμῶντας σωστά τή μεγάλη στρατηγική ἀξία τοῦ νησιοῦ καί γνωρίζοντας ὅτι ἡ Χώρα του δέν θά μποροῦσε μόνη της νά ἀξιοποιήσει τίς στρατιωτικές του δυνατότητες, ἀποφάσισε νά τό παραχωρήσει στή Σοβιετική Ἕνωση. Τό γεγονός αὐτό μετέτρεψε τήν Ἀλβανία σέ πολύτιμο σύμμαχο τῶν Σοβιετικῶν.

Οἱ ἐργασίες γιά τήν στρατηγική ἀξιοποίηση τοῦ νησιοῦ ξεκίνησαν τό καλοκαίρι τοῦ 1948. Τόν Ἰούλιο αὐτοῦ τοῦ ἔτους ἀποβιβάσθηκε μιά ὁμάδα Ἀξιωματικῶν εἰδικῶν σέ θέματα ὀχυρώσεως καί ἐγκαταστάσεως πυραύλων. Ἀκολούθησε ἡ ἀποβίβαση ἑνός πλήθους ἰσχνῶν, ρακένδυτων καί ἐλεεινῶν στήν ὄψη ἀνθρωπίνων ὑπάρξεων πού προερχόντουσαν ἀπό τίς Χῶρες πού βρισκόντουσαν τότε κάτω ἀπό τόν ἔλεγχο τοῦ Κρεμλίνου. Μέ φρικτές συνθῆκες συνεχοῦς ἐργασίας μέρανύκτα κατά τό σοβιετικό πρότυπο, ἄρχισαν ἐντατικές ἐργασίες πού διήρκεσαν μέχρι τό φθινόπωρο τοῦ 1952.

Μέσα σέ θαλάσσιες στοές πού δημιουργήθηκαν στό νησί, ἄρχισαν νά σταθμεύουν περισσότερα ἀπό τέσσερα ὑπερσύγχρονα ὑποβρύχια ἕτοιμα νά κλείσουν τό στενό τοῦ Ὀτράντο καί νά ἀπομονώσουν τήν Ἀδριατική. Ἡ Βάση ἐξοπλίσθηκε μέ πυρηνικά ὅπλα καί ὑπερσύγχρονους σοβιετικούς πυραύλους τῶν ὁποίων τό βεληνεκές ὑπερκάλυπτε σημαντικότατο μέρος τῆς Ἀδριατικῆς καθώς καί τοῦ Ἰονίου. Ἐπίσης ὑπερκάλυπτε μεγάλο μέρος τῆς Ἰταλικῆς χερσονήσου καί βεβαίως ἔλεγχε ἀπόλυτα τόν Τάρα τήν κυριότερη Ναυτική Βάση τῶν Ἰταλῶν σέ ἀπόσταση μόλις 45 μιλίων. Στήν κορυφή Ravina λειτούργησε ὑπερσύγχρονο γιά τήν ἐποχή του ραντάρ ἀέρος καί ἐπιφανείας.

Ἡ ἐμβέλειά του κάλυπτε ὅλο τό θαλάσσιο χῶρο μέχρι τήν Ἰταλία. Παράλληλα ἐγκαταστάθηκαν καί πλῆθος πυροβολαρχίες γιά ἀντιαεροπορική κάλυψη, ἐνῶ γιά μακρά προστασία τῶν ἐγκαταστάσεών της, ἐξοπλίσθηκαν μέ παρόμοιο τρόπο καί τά ὄρη Karaburum πού βρίσκονται στή βορειοηπειρωτική ἀκτή νότια τῆς Σάσωνος καί κατασκευάσθηκαν τρία ἀεροδρόμια μέ ὑπόγειες θέσεις ἀποκρύψεως ἀεροσκαφῶν καθώς καί ὑπόγειες ἀποθῆκες καυσίμων ἀνταλλακτικῶν καί πυρομαχικῶν. Τό ἕνα στόν Αὐλώνα, τό ἄλλο νοτιοδυτικά τῆς κοιλάδας Dukatti καί τό τρίτο ἀνατολικά τοῦ ποταμοῦ Sushitsa. Στό νησί δημιουργήθηκε καλό ὁδικό δίκτυο γιά τίς μετακινήσεις τοῦ προσωπικοῦ, κτίσθηκαν πολλά σπίτια γιά τή στέγαση τῶν οἰκογενειῶν τοῦ ἐγκατεστημένου προσωπικοῦ καί ἄρχισαν νά λειτουργοῦν σχολεῖα πρωτοβάθμιας καί δευτεροβάθμιας ἐκπαιδεύσεως.

Νατοϊκό ἀντίβαρο σ’ αὐτές τίς ἐπιδιώξεις τῶν συμμάχων τῆς Ἀλβανίας, βρέθηκε τότε ἡ Ἰταλία. Τό Ἰταλικό Ναυτικό διέθεσε στή Συμμαχία ἀξιόμαχες ἀνθυποβρυχιακές μονάδες ἐπιφανείας καί ἀέρος, παράλληλα μέ ἱκανό ἀριθμό Ὑποβρυχίων. Ἡ Ἑλλάδα σάν μέλος καί ἐκείνη τοῦ Ν.Α.Τ.Ο. θά μποροῦσε ἴσως νά μοιρασθεῖ ἕνα τέτοιο ρόλο. Δυστυχῶς ὅμως ἡ τουρκική ἀπειλή ἀπομάκρυνε τά στρατηγικά μας ἐνδιαφέροντα ἀπ’ αὐτή τήν τόσο σημαντική περιοχή, ἀφήνοντας ὁλόκληρο τό χῶρο στή σύμμαχο Ἰταλία. Γι’ αὐτό ἡ ναυτική παρουσία μας ἦταν σχεδόν μηδαμινή καί περιοριζόταν στήν κατά καιρούς παρουσία ἑνός καί μόνου Πολεμικοῦ Πλοίου στό λιμένα Κερκύρας, πού ἐκτελοῦσε μικρές περιπολίες.

Τό 1961 δημιουργήθηκε ἕνα ἀγεφύρωτο χάσμα στίς σχέσεις Ἀλβανίας καί τῆς τότε Σοβιετικῆς Ἑνώσεως. Ὁ δικτάτορας Ἐμβέρ Χότζα διώχνει τότε τούς Σοβιετικούς ἀπό τή Σάσωνα ἀλλά κρατᾶ τά Σοβιετικά ὑποβρύχια. Τό νησί παραμένει Ναυτική Βάση τῆς Ἀλβανίας καί οἱ πολυτελεῖς κατοικίες τῶν Σοβιετικῶν Ἀξιωματικῶν χρησιμοποιήθηκαν γιά τόν παραθερισμό τῶν οἰκογενειῶν τῶν Ἀλβανῶν Ἀξιωματικῶν καθώς καί τῆς νομενκλατούρας τοῦ «Ἀλβανικοῦ Κόμματος Ἐργασίας», δηλαδή τοῦ Κομμουνιστικοῦ Κόμματος. Ἡ Ἀλβανία εἶχε ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τήν ἐπιρροή τῆς Σοβιετικῆς Ἑνώσεως. Δέν ἄργησε ὅμως νά βρεῖ στή Λαϊκή Δημοκρατία τῆς Κίνας τό νέο ἀφεντικό της καί τόν καινούργιο της προστάτη. Στό πλαίσιο νέων στρατηγικῶν της ἐπιδιώξεων πού ὑπαγορευόντουσαν ἀπό τή νέα πολυπληθῆ σύμμαχό της, ἀξιοποίησε μέ τόν καλύτερο δυνατό τρόπο τή Ναυτική Βάση της στή Σάσωνα. Σέ περίπτωση πολέμου εἶναι βέβαιο ὅτι ἀπ’ αὐτή τή Βάση τά ὑποβρύχιά της, μέ τήν ἱκανότητά τους γιά πολύωρη παραμονή ὑπό τήν ἐπιφάνεια θά μποροῦσαν νά παίξουν μέ ἐπιτυχία τόν στρατηγικό τους ρόλο μόνα τους ἤ καί μέ τή βοήθεια ἄλλων συμμαχικῶν τους.

Τό 1990 μέ τήν κατάρρευση τοῦ κομμουνιστικοῦ καθεστῶτος, ἡ Βάση ὑποβαθμίσθηκε καί τό νησί σχεδόν ἐρημώθηκε. Τό ἔτος 1993 πῆγε στό νησί ὁ Γενικός Γραμματέας τοῦ ΝΑΤΟ Μάνφρεντ Βέρνερ. Ἦταν ἡ πρώτη ἐπίσκεψη Δυτικοῦ Ἀξιωματούχου. Δέν ἔγινε ὅμως σέ κανένα γνωστός ὁ σκοπός τῆς ἐπισκέψεώς του. Πολύ πιθανόν νά ὑπῆρχε κάποιο Νατοϊκό ἐνδιαφέρον.

Αὐτό ὅμως πού εἶναι βέβαιο εἶναι ὅτι ἡ Ἀλβανική Κυβέρνηση ἔχοντας ὑπόψη της τήν ἀξία τῆς Σάσωνος ἀλλά καί τούς στρατηγικούς στόχους τῆς Ἰταλίας φρόντισε νά ὠφεληθεῖ ὅσο ἦταν δυνατό ἀπ’ αὐτό. Ὅπως γνωρίζουμε ὅλοι, ἡ Ἀλβανία δέν εἶχε ποτέ ἀξιόλογες στρατιωτικές δυνάμεις. Γι’ αὐτό καί δέν μπόρεσε ποτέ νά διεκδικήσει μιά ἰσχυρή θέση στό διεθνές «γίγνεσθαι». Μπόρεσε ὅμως νά ἐκτιμᾶ σωστά τό ἐθνικό συμφέρον της. Πάντα ἐνεργοῦσε σύμφωνα μ’ αὐτό! Μέσα σ’ αὐτό τό πλαίσιο ἐκμεταλλεύθηκε καί πάλι τή Σάσωνα.

Ὁ Ἀλβανός Πρωθυπουργός Παντελί Μάϊκο δέν ἄργησε νά τήν παραχωρήσει στούς Ἰταλούς. Τήν Τρίτη 10 Νοεμβρίου 1998 ὑπογράφηκε στή Ρώμη ἡ «οἰκονομική συμφωνία» Ντ’ Ἀλέμα – Μάϊκο. Μετά τή συμφωνία αὐτή ἡ Ἰταλία ἀπέκτησε τό δικαίωμα ἐγκατάστασης στό ἔδαφος τῆς νήσου μίας ἰσχυρῆς ὑπερσύγχρονης στρατιωτικῆς δυνάμεως γιά ἔλεγχο τοῦ στενοῦ τοῦ Ὀτράντου, μέ πρόσχημα τήν ἀποτροπή τῆς διακινήσεως τῶν λαθρομεταναστῶν. Σύμφωνα μέ δημοσιογραφικές πληροφορίες, ἔχει δημιουργηθεῖ καί λειτουργεῖ ἰσχυρή Ἰταλική Βάση ἐπανδρωμένη μέ περισσότερους ἀπό τριακόσιους στρατιωτικούς μέ ὑπερσύγχρονο ἐξοπλισμό.

Τό σημαντικό αὐτό νησί σήμερα βρίσκεται στή γεωστρατηγική σφαίρα τῶν Ἰταλικῶν συμφερόντων. Αὐτό πού δέν πέτυχε ὁ Μουσσολίνι τό 1923 μέ τήν κατάληψη τῆς Κέρκυρας ἀπό τόν Ἰταλικό στόλο, τό πέτυχε σήμερα ἡ Χώρα του μέ τόν πιό ἀνώδυνο τρόπο. Τό ἀντάλλαγμα εἶναι ἡ δέσμευση τῆς Ἰταλίας γιά χρηματοδότηση προγράμματος ὕψους τριακοσίων σαράντα δισεκατομμυρίων λιρεττῶν μέ μορφή δωρεάν βοήθειας ἤ μέ τήν παροχή χαμηλότοκων δανείων. Στό «πακέτο» περιλαμβάνεται καί ἡ ἀποκατάσταση τοῦ ἀλβανικοῦ ἠλεκτρικοῦ δικτύου, ὁ ἐξοπλισμός δύο ταξιαρχιῶν, ἡ κατασκευή δρόμου μήκους 72 χιλιομέτρων καί ἡ ἐπαναλειτουργία ἑνός πολεμικοῦ ἀεροδρομίου.

Σήμερα πάρα πολλά χρόνια ἀπό τόν Ἰούνιο τοῦ 1914 πού κυριολεκτικά χαρίσαμε στούς Ἀλβανούς τό πολύτιμο αὐτό νησί, ἡ σκέψη μας γυρίζει πίσω. Ἡ παραχώρηση Ἐθνικοῦ ἐδάφους σέ ἄλλο κράτος ἦταν μιά πράξη πού μόνο ἐγκληματική θά μπορούσαμε νά τή χαρακτηρίσουμε. Ἐγκληματική ἦταν καί ἡ ἐγκατάλειψη τῶν ὁμογενῶν μας πού φύλαγαν σάν θησαυρό στό βάθος τοῦ σεντουκιοῦ τους τή Γαλανόλευκο –τή σημαία πού μέ τέτοια χαρά καί ἀγαλλίαση ὕψωσαν στίς φτωχικές τους καλύβες, ὅταν ἀπελευθερώθηκαν. Κανένας ὅμως ἀπό τούς κυβερνῶντες τότε δέν τούς σκέφθηκε. Κανένας δέν ἀνησύχησε γιά τήν τύχη τους.

Σήμερα μάλιστα τούς ἔχουμε ξεχάσει παντελῶς. Δέν ἔχει σημασία ποιά ἦταν ἡ τότε Κυβέρνηση. Δέν μποροῦν νά ἀποδοθοῦν τώρα πιά εὐθύνες. Ἀναλογιζόμαστε ὅμως τό στρατηγικό ὄφελος πού θά μποροῦσε νά εἶχε ἡ Πατρίδα μας μέ τή Σάσωνα δική μας καί ποιά θά μποροῦσε νά εἶναι σήμερα ἡ ἐπήρειά της στήν ἀποκλειστική οἰκονομική ζώνη τῆς περιοχῆς.