Στο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Καρδιολογίας, που έγινε το περασμένο Σαββατοκύριακο, Ισπανοί ερευνητές παρουσίασαν μια νέα τους μελέτη που δείχνει ότι η κατανάλωση καφέ μπορεί να συνδέεται με την επιμήκυνση της διάρκειας ζωής. Η μελέτη περιελάμβανε περίπου 20.000 Ισπανούς συμμετέχοντες.
Η δρ. Adela Navarro, καρδιολόγος στο Νοσοκομείο της Ναβάρα, στην Παμπλόνα της Ισπανίας, εξήγησε ότι ο καφές είναι ένα από τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα ποτά στον κόσμο και ότι έχουν γίνει μελέτες που έδειξαν ότι η κατανάλωση καφέ μειώνει τον κίνδυνο θνησιμότητας.
Ωστόσο, αυτή η μελέτη ήταν η πρώτη που εξετάζει συγκεκριμένα τους πληθυσμούς μιας μεσογειακής χώρας. Η μελέτη ήταν μέρος του έργου Seguimiento Universidad de Navarra (SUN), μιας μακροχρόνιας μελέτης, που σημαίνει ότι μια ομάδα συμμετεχόντων και οι παράμετροι και τα χαρακτηριστικά της υγείας τους εξετάστηκαν για μια μακρά χρονική περίοδο παρακολούθησης.
Οι επιστήμονες εξιολόγησαν τον κίνδυνο θανάτου μεταξύ των Ισπανών μέσης ηλικίας και των συνηθειών κατανάλωσης καφέ. Οι συμμετέχοντες ήταν πτυχιούχοι πανεπιστημίων όταν εγγράφηκαν στη μελέτη το 1999. Στο τέλος της μελέτης παρέμειναν για ανάλυση 19.896 συμμετέχοντες. Η μέση ηλικία αυτών των συμμετεχόντων ήταν περίπου 37,7 χρόνια. Σε κάθε συμμετέχοντα παρασχέθηκε ένα ερωτηματολόγιο σχετικά με την κατανάλωση τροφής που έκανε. Αυτό έγινε για να συλλέξουν οι ερευνητές πληροφορίες σχετικά με το πόσο καφέ κατανάλωναν οι συμμετέχοντες, τον τρόπο ζωής τους, τα κοινωνικά χαρακτηριστικά τους, τις συνθήκες υγείας και άλλες μετρήσεις ζωτικής σημασίας. Αυτοί οι συμμετέχοντες στη συνέχεια παρακολουθήθηκαν για μια περίοδο 10 ετών κατά μέσο όρο.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου συγκεντρώθηκαν πληροφορίες από τις οικογένειες των συμμετεχόντων σχετικά με τυχόν θάνατο και την αιτία θανάτου οποιουδήποτε από αυτούς. Χρησιμοποιήθηκαν στατιστικές δοκιμές για την εκτίμηση του κινδύνου θανάτου και της συσχέτισής του με τις συνήθειες κατανάλωσης καφέ. Άλλοι παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα αποτελέσματα, εξαλείφονται από την ανάλυση για να προκύψει ισχυρό συμπέρασμα από τα αποτελέσματα της μελέτης.
Τα αποτελέσματα της μελέτης αποκάλυψαν ότι κατά τη διάρκεια της 10ετούς μελέτης, 337 ασθενείς πέθαναν. Διαπιστώθηκε ότι όσοι έπιναν τουλάχιστον τέσσερα φλιτζάνια καφέ ημερησίως είχαν 64% χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου εξαιτίας οποιασδήποτε αιτίας σε σύγκριση με εκείνους που δεν έπιναν σχεδόν ποτέ καφέ. Για κάθε δύο επιπλέον φλιτζάνια καφέ, ο κίνδυνος θανάτου εξαιτίας όλων των αιτιών μειώθηκε κατά 22%.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η κατανάλωση καφέ ήταν σημαντικά διαφορετική σε διαφορετικές ηλικιακές ομάδες. Τα άτομα ηλικίας περίπου 45 ετών, για παράδειγμα, όταν έπιναν δύο επιπλέον φλιτζάνια καφέ κατέληξαν να μειώνουν τον κίνδυνο θανάτου τους κατά 30%. Αυτό δεν παρατηρήθηκε στους νεότερους συμμετέχοντες στη μελέτη. Η δρ Navarro εξήγησε ότι αυτή η σχέση θα μπορούσε να οφείλεται στο γεγονός ότι ο καφές ήταν πιο προστατευτικός μεταξύ των πιο μεγάλων συμμετεχόντων παρά μεταξύ των νεότερων. Και συνέστησε την «κατανάλωση τεσσάρων φλιτζανιών καφέ κάθε μέρα ως μέρος μιας υγιεινής διατροφής σε υγιείς ανθρώπους».
Δεύτερη μελέτη
Μια μεγαλύτερη μελέτη με 521.330 συμμετέχοντες από 10 διαφορετικές ευρωπαϊκές χώρες δημοσιεύθηκε αυτό το μήνα στο επιστημονικό περιοδικό Annals of Internal Medicine. Αυτή η μελέτη εξέτασε επίσης τις επιπτώσεις της κατανάλωσης καφέ σε όλους τους θανάτους και τους θανάτους που οφείλονται σε συγκεκριμένες αιτίες. Αυτή η έρευνα ήταν μέρος της μελέτης EPIC (European Prospective Investigation on Cancer and Nutrition).
Στα κατά μέσο όρο 16,4 χρόνια παρακολούθησης των συμμετεχόντων, καταγράφηκαν 41.693 θάνατοι. Και εδώ, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ο κίνδυνος θανάτων ήταν μικρότερος για όσους έπιναν αρκετό καφέ κάθε μέρα. Ο κίνδυνος ασθενειών του πεπτικού συστήματος ήταν επίσης χαμηλότερος με την κατανάλωση καφέ.
Ο κίνδυνος ασθενειών του κυκλοφορικού και εγκεφαλο-αγγειακού συστήματος ήταν επίσης χαμηλότερος μεταξύ των γυναικών που έπιναν κάθε μέρα καφέ.
Ωστόσο, ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου των ωοθηκών παρουσίασε μια απρόσμενη αύξηση, καθώς συσχετίστηκε με την αυξημένη κατανάλωση καφέ. Η αυξημένη πρόσληψη καφέ συνδέθηκε επίσης με χαμηλότερα επίπεδα ηπατικών ενζύμων, όπως η αλκαλική φωσφατάση (alkaline phosphatase), η αμινοτρανσφεράση αλανίνης (alanine aminotransferase), η ασπαρτική αμινοτρανσφεράση (aspartate aminotransferase) και η γ-γλουταμυλτρανσφεράση (γ-glutamyltransferase).
Η αύξηση αυτών των ενζύμων είναι ένας δείκτης ηπατικής νόσου. Μεταξύ των γυναικών, η αυξημένη πρόσληψη καφέ οδήγησε σε μειωμένη C-αντιδρώσα πρωτεΐνη, λιποπρωτεΐνη (α) και επίπεδα γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης.
Η πρώτη από αυτές είναι ένας δείκτης για φλεγμονή (C-αντιδρώσα πρωτεΐνη) ενώ οι τελευταίες δύο είναι δείκτες υψηλής χοληστερόλης και διαβήτη αντίστοιχα. Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης παρέμειναν σταθερά σε όλες τις 10 ευρωπαϊκές χώρες που μελετήθηκαν.
Η εν λόγω μελέτη χρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Γενική Διεύθυνση Υγείας και Καταναλωτών) και από τη Διεθνή Υπηρεσία Έρευνας για τον Καρκίνο.