Ένα τέτοιο σενάριο θα μπορούσε να αποτελεί προϊόν μιας θεωρίας συνωμοσίας, αλλά πριν μερικά χρόνια, ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε στη Τουρκία με το τίτλο «Metal Storm»,
περιέγραφε έναν αμερικανοτουρκικό πόλεμο, στον οποίο οι ΗΠΑ έχουν καταλάβει τη Κωνσταντινούπολη και ένας Τούρκος πράκτορας πυροδοτεί μια κλεμμένη πυρηνική κεφαλή στην Ουάσιγκτον, με τη Ρωσία και τη Κίνα να σπεύδουν να πάρουν το πλευρό της Τουρκίας. Αν και το σενάριο φαντάζει εξωπραγματικό, πολλοί Τούρκοι σχολιαστές το θεώρησαν πιθανό. Σύμφωνα με άρθρο του συντηρητικού The Washington Examiner, δεν είναι πλέον αδιανόητη η πιθανότητα ΗΠΑ και Τουρκία να βρεθούν σε εμπόλεμη κατάσταση κάποια στιγμή το μέλλον.
Προφανώς οι ΗΠΑ δεν θα εξαπολύσουν αιφνίδια επίθεση κατά της Τουρκίας, τουλάχιστον όχι στο προσεχές μέλλον, αλλά η πορεία που έχει χαράξει ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, υποδεικνύει πως αντί της συνεργασίας, θα επικρατήσει η έχθρα και η σύγκρουση.
Το The Washington Examiner δικαιολογεί αυτή την άποψη, παραθέτοντας ορισμένα στοιχεία:
Ο Ερντογάν είναι πιο φιλικός προς τη Ρωσία και το Ιράν, παρά προς τις Ηνωμένες Πολιτείες. Υπάρχει μια τάση «αυτομαστιγώματος» στη Ουάσιγκτον με κάποιους να θεωρούν πως η επιδείνωση των σχέσεων, οφείλεται στις ΗΠΑ. Η στροφή του Ερντογάν προς τη Ρωσία, δεν έχει να κάνει με την αμερικανική υποστήριξη προς τους Κούρδους της Συρίας. Εξάλλου, αρχικά η Ρωσία είχε καλωσορίσει πρώτη τους Κούρδους ηγέτες, ενώ η Ουάσιγκτον είχε δεχθεί το τουρκικό αίτημα για την απομόνωσή τους. Οι Κούρδοι σκότωσαν Τούρκους εισβολείς (στο Αφρίν) με Καλάσνικοφ και RPGs, δηλαδή όπλα που είχαν λάβει από τη Ρωσία και τους συμμάχους της και όχι από τις ΗΠΑ. Η στροφή προς τη Ρωσία πηγάζει από βαθιά ριζωμένο ιδεολογικό αντιαμερικανισμό που διακατέχει την ηγεσία της Άγκυρας. Η ρητορική κατά της Δύσης και του ΝΑΤΟ, αποτελεί αγαπημένο θέμα στις ομιλίες του Ερντογάν.
Οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, είναι μια ατμομηχανή του ισλαμισμού, αντί προπύργιο του κοσμικού κράτους. Όλοι οι αξιωματικοί από το βαθμό του αντισυνταγματάρχη και πάνω, έχουν ανέλθει στις θέσεις τους επί εποχής Ερντογάν με αποτέλεσμα όλοι οι ανώτατοι αξιωματικοί να είναι πλέον δικοί του άνθρωποι. Ο Τούρκος ΓΕΕΘΑ Hulusi Akar, πρόδωσε δυο συναδέλφους του και τον όρκο του για να ικανοποιήσει τις προσωπικές του φιλοδοξίες. Τα τελευταία χρόνια, τηλεοπτικές εικόνες έχουν δείξει ισλαμιστές μουλάδες να επισκέπτονται τουρκικά στρατόπεδα. Ο πρόεδρος του υπερεθνικιστικού ακροαριστερού κόμματος Vatan Partisi, Dogu Perincek, είναι ο φιλοσοφικός «ηγέτης» του τουρκικού στρατού και είναι πασίγνωστος για το μίσος του προς τους Κούρδους και τους Γκιουλενιστές. Ως δικηγόρος, έχει αναλάβει το ρόλο να καταρρίψει το γεγονός της Γενοκτονίας των Αρμενίων, ενώ γνωστός για τα αντιαμερικανικά και φιλορωσικά του αισθήματα. Ο Adnan Tanriverdi, στρατιωτικός σύμβουλος του Ερντογάν, είναι ένας ισλαμιστής που δημιούργησε το SADAT, που αποτελεί το πυρήνα της προσωπικής πολιτοφυλακής του Ερντογάν, δηλαδή το αντίστοιχο των Φρουρών της Επανάστασης στο Ιράν.
Λίγη πειθαρχεία έχει απομείνει στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις. Ο Ερντογάν έχει εκκαθαρίσει τους περισσοτέρους επαγγελματίες αξιωματικούς. Όσοι έχουν απομείνει, φτιάχνουν βίντεο τιμώντας ηγέτες της μαφίας όπως ο Sedat Peker (είχε καταδικαστεί σε 10 χρόνια φυλάκιση για συμμετοχή στην υπόθεση Ergenekon -πρακτικά οργάνωση του βαθέως τουρκικού κράτους– το 2013 και αφέθηκε ελεύθερος λίγους μήνες μετά). Αν και οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν ευθεία πολεμική αντιπαράθεση με τη Τουρκία, δεν αποκλείεται ένα ριζοσπαστικό ισλαμιστικό στοιχείο εντός του στρατού, να προβεί σε πράξεις που θα δικαιολογήσουν μια αντίδραση.
Η Τουρκία έχει γίνει σπόνσορας της τρομοκρατίας. Ο Ερντογάν έχει «αγκαλιάσει» τους ηγέτες της Χαμάς και τους εξοπλίζει. Δεν θα υφίστατο Ισλαμικό Κράτος σε Ιράκ και Συρία, αν η Τουρκία δεν είχε ανοίξει την οδό για χιλιάδες ξένους μαχητές που έσπευσαν στη περιοχή (διαβάστε περισσότερα για το θέμα στο άρθρο μας: Η «Μαύρη Βίβλος» των σχέσεων Τουρκίας-Ισλαμικού Χαλιφάτου – Οι αποδείξεις που «καίνε» τον Ερντογάν). Η Δύση μπορεί να επικροτεί τον Σαουδάραβα πρίγκηπα Mohammad Bin Salman για τις δράσεις του κατά των εξτρεμιστικών στοιχείων στη χώρα του, μετά από δεκαετίες υποστήριξης, αλλά η Τουρκία φαίνεται να θέλει να υποκαταστήσει αυτό το ρόλο σε Ασία, Αφρική και Ευρώπη. Η χρηματοδότηση τζαμιών ριζοσπαστών ισλαμιστών, δείχνει πως η Τουρκία έχει αναλάβει τη κατήχηση και την εκπαίδευση της νέας γενιάς εξτρεμιστών.
Οι τουρκικές απειλές κατά των ΗΠΑ και των συμμάχων της, αποτελούν κάτι συνηθισμένο. Μετά τις έρευνες της εταιρίας με έδρα το Χιούστον Noble Energy στα κυπριακά χωρικά ύδατα το 2011, ο Τούρκος υπουργός Egemen Bagis, προειδοποίησε το αμερικανικό προσωπικό να μην εισέρχεται στη περιοχή. Και όπως γνωρίζουμε από πιο πρόσφατα γεγονότα, αυτές δεν είναι οι μοναδικές απειλές.
Η Τουρκία διακατεχόταν πάντα από ρεβανσισμό, αλλά καθώς η οικονομία της υποχωρεί (η λίρα έχει χάσει το ήμισυ της αξίας της επί Ερντογάν), ο Τούρκος πρόεδρος έχει αυξήσει τις διεκδικήσεις του προς γειτονικά εδάφη. Αναλογιστείτε αυτό: η Τουρκία κατέχει το 1/3 της Κύπρου και εδάφη στο Ιράκ και στη Συρία, παρά τη θέληση αυτών των κυβερνήσεων. Εσχάτως, διεκδικεί εδάφη από Ελλάδα και Βουλγαρία και δεν πρόκειται για απλή ρητορική. Οι εντάσεις μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας, έχουν εκτοξευτεί στα ύψη.
Η Δύση αντιμετωπίζει πρόβλημα με τη Τουρκία και είναι ανόητο να προσποιούμαστε διαφορετικά. Ναι, η Τουρκία κατέχει στρατηγική θέση, αλλά έχει χαθεί. Έχει περάσει στο στρατόπεδο της Ρωσίας, όπως η Αίγυπτος και η Λιβύη κατά το Ψυχρό Πόλεμο. Η διαφορά τότε, ήταν πως η Δυση αναγνώριζε το πρόβλημα και επιχειρούσε να το περιορίσει χωρίς να προσποιείται πως υφίσταται συμμαχία, επιτρέποντας στον εχθρό να έχει πρόσβαση σε στρατιωτικά μυστικά ή να μοιράζεται με αυτόν πληροφορίες για το πιο καινούργιο μαχητικό πέμπτης γενιάς.
Αν και πολλοί διπλωμάτες πιστεύουν πως χρειάζεται περισσότερο στοχευμένη αλληλεπίδραση με τον Ερντογάν, παρά πειθαναγκασμός, αυτή η τακτική έχει φτωχά αποτελέσματα. Για τα τελευταία 15 χρόνια, η εχθρικότητα της Τουρκίας έχει αυξηθεί κατά του ΝΑΤΟ και ήδη από την εποχή των Ομπάμα και Μπους. Οι προσπάθειες συζήτησης με τον Ερντογάν, μοιάζουν με προσπάθειες επικοινωνίας μιας μετριοπαθούς στάσης στον Σαντάμ Χουσεϊν, πριν 3 δεκαετίες. Στις 15 Ιουνίου 1990, ο μακαρίτης γερουσιαστής Arlen Specter, εξήγησε την αντίθεσή του στις στρατιωτικές κυρώσεις κατά του Ιράκ «Υπάρχει ή μπορεί να υπάρξει μια ευκαιρία για συνομιλίες με το Ιράκ και δεν πιστεύω πως είναι η κατάλληλη στιγμή για κυρώσεις.» Την ώρα που έκανε αυτές τις δηλώσεις, ο πόλεμος με το Ιράκ φάνταζε αδιανόητος, αλλά μόλις δυο μήνες αργότερα, οι ΗΠΑ βρίσκονταν σε πολεμικό συναγερμό. Αυτό που κάποτε φάνταζε αδιανόητο, αποτέλεσε μια επιλογή.
Καθώς ο Ερντογάν τραβάει το μονοπάτι που έχει χαράξει, οι ΗΠΑ και η Ευρώπη αναγνωρίζουν πως κάτι που φάνταζε απίθανο, πλέον είναι πιθανό. Αν και όλες οι προσπάθειες θα πρέπει να είναι προς τη κατεύθυνση να αποφευχθεί ένα τέτοιο σενάριο, το ελάχιστο που πρέπει να γίνει είναι να απομονωθεί ο Ερντογάν. Ήρθε η ώρα να αποσυρθούν από το Ιντσιρλίκ το αμερικανικό προσωπικό και όσες πυρηνικές κεφαλές έχουν μείνει και να βρουν μια νέα πατρίδα, πριν φτάσουμε στο σημείο να δούμε να απωθούνται όχλοι εθνικιστών από τη Βάση. Είναι αναγκαίο η Τουρκία να αποκοπεί από τη στρατιωτική τεχνολογία όπως τα αεροσκάφη F-35 και να αντιληφθούμε πως η παρεμπόδιση ένοπλων συγκρούσεων, βρίσκεται στη καλύτερη προετοιμασία περιφερειακών κρατών όπως η Ελλάδα, η Κύπρος, το Ισραήλ, η Ρουμανία, το Κόσοβο, η Βουλγαρία, το Ιράκ, καθώς και οι Κούρδοι της Συρίας και του Ιράκ, για να αντιμετωπιστεί η τουρκική πρόκληση.
Μπορεί οι ιστορικοί του μέλλοντος να διαφωνούν για το ποιος «έχασε» τη Τουρκία, αλλά σήμερα είναι εμφανές πως η Τουρκία δεν είναι φίλη ή σύμμαχος, αλλά αντίπαλος, ακόμη και σε πολεμικό επίπεδο.
Σημ: Στο άρθρο έχουν γίνει μικρές διευκρινιστικές προσθήκες και σχόλια, το πρωτότυπο κείμενο του Michael Rubin στο The Washington Examiner, εδώ)
Προφανώς οι ΗΠΑ δεν θα εξαπολύσουν αιφνίδια επίθεση κατά της Τουρκίας, τουλάχιστον όχι στο προσεχές μέλλον, αλλά η πορεία που έχει χαράξει ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, υποδεικνύει πως αντί της συνεργασίας, θα επικρατήσει η έχθρα και η σύγκρουση.
Το The Washington Examiner δικαιολογεί αυτή την άποψη, παραθέτοντας ορισμένα στοιχεία:
Ο Ερντογάν είναι πιο φιλικός προς τη Ρωσία και το Ιράν, παρά προς τις Ηνωμένες Πολιτείες. Υπάρχει μια τάση «αυτομαστιγώματος» στη Ουάσιγκτον με κάποιους να θεωρούν πως η επιδείνωση των σχέσεων, οφείλεται στις ΗΠΑ. Η στροφή του Ερντογάν προς τη Ρωσία, δεν έχει να κάνει με την αμερικανική υποστήριξη προς τους Κούρδους της Συρίας. Εξάλλου, αρχικά η Ρωσία είχε καλωσορίσει πρώτη τους Κούρδους ηγέτες, ενώ η Ουάσιγκτον είχε δεχθεί το τουρκικό αίτημα για την απομόνωσή τους. Οι Κούρδοι σκότωσαν Τούρκους εισβολείς (στο Αφρίν) με Καλάσνικοφ και RPGs, δηλαδή όπλα που είχαν λάβει από τη Ρωσία και τους συμμάχους της και όχι από τις ΗΠΑ. Η στροφή προς τη Ρωσία πηγάζει από βαθιά ριζωμένο ιδεολογικό αντιαμερικανισμό που διακατέχει την ηγεσία της Άγκυρας. Η ρητορική κατά της Δύσης και του ΝΑΤΟ, αποτελεί αγαπημένο θέμα στις ομιλίες του Ερντογάν.
Οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, είναι μια ατμομηχανή του ισλαμισμού, αντί προπύργιο του κοσμικού κράτους. Όλοι οι αξιωματικοί από το βαθμό του αντισυνταγματάρχη και πάνω, έχουν ανέλθει στις θέσεις τους επί εποχής Ερντογάν με αποτέλεσμα όλοι οι ανώτατοι αξιωματικοί να είναι πλέον δικοί του άνθρωποι. Ο Τούρκος ΓΕΕΘΑ Hulusi Akar, πρόδωσε δυο συναδέλφους του και τον όρκο του για να ικανοποιήσει τις προσωπικές του φιλοδοξίες. Τα τελευταία χρόνια, τηλεοπτικές εικόνες έχουν δείξει ισλαμιστές μουλάδες να επισκέπτονται τουρκικά στρατόπεδα. Ο πρόεδρος του υπερεθνικιστικού ακροαριστερού κόμματος Vatan Partisi, Dogu Perincek, είναι ο φιλοσοφικός «ηγέτης» του τουρκικού στρατού και είναι πασίγνωστος για το μίσος του προς τους Κούρδους και τους Γκιουλενιστές. Ως δικηγόρος, έχει αναλάβει το ρόλο να καταρρίψει το γεγονός της Γενοκτονίας των Αρμενίων, ενώ γνωστός για τα αντιαμερικανικά και φιλορωσικά του αισθήματα. Ο Adnan Tanriverdi, στρατιωτικός σύμβουλος του Ερντογάν, είναι ένας ισλαμιστής που δημιούργησε το SADAT, που αποτελεί το πυρήνα της προσωπικής πολιτοφυλακής του Ερντογάν, δηλαδή το αντίστοιχο των Φρουρών της Επανάστασης στο Ιράν.
Λίγη πειθαρχεία έχει απομείνει στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις. Ο Ερντογάν έχει εκκαθαρίσει τους περισσοτέρους επαγγελματίες αξιωματικούς. Όσοι έχουν απομείνει, φτιάχνουν βίντεο τιμώντας ηγέτες της μαφίας όπως ο Sedat Peker (είχε καταδικαστεί σε 10 χρόνια φυλάκιση για συμμετοχή στην υπόθεση Ergenekon -πρακτικά οργάνωση του βαθέως τουρκικού κράτους– το 2013 και αφέθηκε ελεύθερος λίγους μήνες μετά). Αν και οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν ευθεία πολεμική αντιπαράθεση με τη Τουρκία, δεν αποκλείεται ένα ριζοσπαστικό ισλαμιστικό στοιχείο εντός του στρατού, να προβεί σε πράξεις που θα δικαιολογήσουν μια αντίδραση.
Η Τουρκία έχει γίνει σπόνσορας της τρομοκρατίας. Ο Ερντογάν έχει «αγκαλιάσει» τους ηγέτες της Χαμάς και τους εξοπλίζει. Δεν θα υφίστατο Ισλαμικό Κράτος σε Ιράκ και Συρία, αν η Τουρκία δεν είχε ανοίξει την οδό για χιλιάδες ξένους μαχητές που έσπευσαν στη περιοχή (διαβάστε περισσότερα για το θέμα στο άρθρο μας: Η «Μαύρη Βίβλος» των σχέσεων Τουρκίας-Ισλαμικού Χαλιφάτου – Οι αποδείξεις που «καίνε» τον Ερντογάν). Η Δύση μπορεί να επικροτεί τον Σαουδάραβα πρίγκηπα Mohammad Bin Salman για τις δράσεις του κατά των εξτρεμιστικών στοιχείων στη χώρα του, μετά από δεκαετίες υποστήριξης, αλλά η Τουρκία φαίνεται να θέλει να υποκαταστήσει αυτό το ρόλο σε Ασία, Αφρική και Ευρώπη. Η χρηματοδότηση τζαμιών ριζοσπαστών ισλαμιστών, δείχνει πως η Τουρκία έχει αναλάβει τη κατήχηση και την εκπαίδευση της νέας γενιάς εξτρεμιστών.
Οι τουρκικές απειλές κατά των ΗΠΑ και των συμμάχων της, αποτελούν κάτι συνηθισμένο. Μετά τις έρευνες της εταιρίας με έδρα το Χιούστον Noble Energy στα κυπριακά χωρικά ύδατα το 2011, ο Τούρκος υπουργός Egemen Bagis, προειδοποίησε το αμερικανικό προσωπικό να μην εισέρχεται στη περιοχή. Και όπως γνωρίζουμε από πιο πρόσφατα γεγονότα, αυτές δεν είναι οι μοναδικές απειλές.
Η Τουρκία διακατεχόταν πάντα από ρεβανσισμό, αλλά καθώς η οικονομία της υποχωρεί (η λίρα έχει χάσει το ήμισυ της αξίας της επί Ερντογάν), ο Τούρκος πρόεδρος έχει αυξήσει τις διεκδικήσεις του προς γειτονικά εδάφη. Αναλογιστείτε αυτό: η Τουρκία κατέχει το 1/3 της Κύπρου και εδάφη στο Ιράκ και στη Συρία, παρά τη θέληση αυτών των κυβερνήσεων. Εσχάτως, διεκδικεί εδάφη από Ελλάδα και Βουλγαρία και δεν πρόκειται για απλή ρητορική. Οι εντάσεις μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας, έχουν εκτοξευτεί στα ύψη.
Η Δύση αντιμετωπίζει πρόβλημα με τη Τουρκία και είναι ανόητο να προσποιούμαστε διαφορετικά. Ναι, η Τουρκία κατέχει στρατηγική θέση, αλλά έχει χαθεί. Έχει περάσει στο στρατόπεδο της Ρωσίας, όπως η Αίγυπτος και η Λιβύη κατά το Ψυχρό Πόλεμο. Η διαφορά τότε, ήταν πως η Δυση αναγνώριζε το πρόβλημα και επιχειρούσε να το περιορίσει χωρίς να προσποιείται πως υφίσταται συμμαχία, επιτρέποντας στον εχθρό να έχει πρόσβαση σε στρατιωτικά μυστικά ή να μοιράζεται με αυτόν πληροφορίες για το πιο καινούργιο μαχητικό πέμπτης γενιάς.
Αν και πολλοί διπλωμάτες πιστεύουν πως χρειάζεται περισσότερο στοχευμένη αλληλεπίδραση με τον Ερντογάν, παρά πειθαναγκασμός, αυτή η τακτική έχει φτωχά αποτελέσματα. Για τα τελευταία 15 χρόνια, η εχθρικότητα της Τουρκίας έχει αυξηθεί κατά του ΝΑΤΟ και ήδη από την εποχή των Ομπάμα και Μπους. Οι προσπάθειες συζήτησης με τον Ερντογάν, μοιάζουν με προσπάθειες επικοινωνίας μιας μετριοπαθούς στάσης στον Σαντάμ Χουσεϊν, πριν 3 δεκαετίες. Στις 15 Ιουνίου 1990, ο μακαρίτης γερουσιαστής Arlen Specter, εξήγησε την αντίθεσή του στις στρατιωτικές κυρώσεις κατά του Ιράκ «Υπάρχει ή μπορεί να υπάρξει μια ευκαιρία για συνομιλίες με το Ιράκ και δεν πιστεύω πως είναι η κατάλληλη στιγμή για κυρώσεις.» Την ώρα που έκανε αυτές τις δηλώσεις, ο πόλεμος με το Ιράκ φάνταζε αδιανόητος, αλλά μόλις δυο μήνες αργότερα, οι ΗΠΑ βρίσκονταν σε πολεμικό συναγερμό. Αυτό που κάποτε φάνταζε αδιανόητο, αποτέλεσε μια επιλογή.
Καθώς ο Ερντογάν τραβάει το μονοπάτι που έχει χαράξει, οι ΗΠΑ και η Ευρώπη αναγνωρίζουν πως κάτι που φάνταζε απίθανο, πλέον είναι πιθανό. Αν και όλες οι προσπάθειες θα πρέπει να είναι προς τη κατεύθυνση να αποφευχθεί ένα τέτοιο σενάριο, το ελάχιστο που πρέπει να γίνει είναι να απομονωθεί ο Ερντογάν. Ήρθε η ώρα να αποσυρθούν από το Ιντσιρλίκ το αμερικανικό προσωπικό και όσες πυρηνικές κεφαλές έχουν μείνει και να βρουν μια νέα πατρίδα, πριν φτάσουμε στο σημείο να δούμε να απωθούνται όχλοι εθνικιστών από τη Βάση. Είναι αναγκαίο η Τουρκία να αποκοπεί από τη στρατιωτική τεχνολογία όπως τα αεροσκάφη F-35 και να αντιληφθούμε πως η παρεμπόδιση ένοπλων συγκρούσεων, βρίσκεται στη καλύτερη προετοιμασία περιφερειακών κρατών όπως η Ελλάδα, η Κύπρος, το Ισραήλ, η Ρουμανία, το Κόσοβο, η Βουλγαρία, το Ιράκ, καθώς και οι Κούρδοι της Συρίας και του Ιράκ, για να αντιμετωπιστεί η τουρκική πρόκληση.
Μπορεί οι ιστορικοί του μέλλοντος να διαφωνούν για το ποιος «έχασε» τη Τουρκία, αλλά σήμερα είναι εμφανές πως η Τουρκία δεν είναι φίλη ή σύμμαχος, αλλά αντίπαλος, ακόμη και σε πολεμικό επίπεδο.
Σημ: Στο άρθρο έχουν γίνει μικρές διευκρινιστικές προσθήκες και σχόλια, το πρωτότυπο κείμενο του Michael Rubin στο The Washington Examiner, εδώ)